Εισαγόμενες αναταράξεις στην ελληνική αγορά

Η κατάσταση τώρα στο ελληνικό χρηματιστήριο και πόσο επηρεάζουν οι... έξωθεν αστάθμητοι παράγοντες κινδύνου. Η γεωπολιτική αβεβαιότητα, οι εύθραυστες ισορροπίες και οι παγίδες για τους επενδυτές.

Εισαγόμενες αναταράξεις στην ελληνική αγορά

Tο προηγούμενο διάστημα οι αναλυτές και η αγορά συνολικά μετρούσαν και υπολόγιζαν τις θετικές ενδείξεις που συγκεντρώνονταν για το ελληνικό χρηματιστήριο. Αυτή ήταν η μία γενική επωδός: «πάμε καλύτερα».

Υπήρχε, όμως, και μία δεύτερη, στην οποία εστίαζαν όλοι ανεξαιρέτως: υπάρχουν αστάθμητοι παράγοντες κινδύνου στο διεθνές περιβάλλον. Είναι πρόωρο να ισχυριστεί κάποιος ότι οι γεωπολιτικές εξελίξεις των τελευταίων δικαιώνουν απόλυτα αυτό τον ισχυρισμό, σίγουρα όμως δείχνουν την ισχύ του: είναι βέβαιο ότι το 2020 ο κόσμος θα πρέπει να μάθει να ζει με πολλές και διάφορες εστίες έντασης. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, που είναι εκλογικό έτος για τις ΗΠΑ και ο (ούτως ή άλλως) απρόβλεπτος Ντόναλντ Τραμπ θα επιχειρήσει να κάνει διεθνή επίδειξη ισχύος όσο βάλλεται στο εσωτερικό των ΗΠΑ, για να αυξήσει τις πιθανότητες επανεκλογής του.

Ειδικά για τις διεθνείς αγορές (και ειδικότερα για το ελληνικό χρηματιστήριο) είναι δύσκολο να προσδιοριστεί ο ακριβής αντίκτυπος, όμως υπάρχουν αρκετά δεδομένα βάσει των οποίων μπορεί να χαράξει κάποιος επενδυτική στρατηγική.

Αν κάτι έχει αλλάξει από το μπαράζ των θετικών προβλέψεων των αναλυτών και των διαχειριστών χαρτοφυλακίου που είχαμε τον Δεκέμβριο του 2019 σχετικά με τη φετινή πορεία του ελληνικού χρηματιστηρίου είναι ο παράγοντας της γεωπολιτικής αβεβαιότητας, ιδίως μετά τις τελευταίες εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά, στη Λιβύη, αλλά και στο Ιράν.

Την κατάσταση περιγράφει με χαρακτηριστικό τρόπο γνωστός χρηματιστηριακός παράγοντας: «Πρόκειται για έναν κίνδυνο που έχει λάβει τόσο μεγάλη έκταση, έτσι ώστε να μην υπάρχει ούτε ένας που να προβλέπει πως η κανονικότητα θα αποκατασταθεί μέσα σε λίγους μήνες, ή έστω μετά από κάποια χρόνια. Δεν ξέρεις από πού να προφυλαχθείς! Πριν από τρεις μήνες ήταν η Συρία και το Brexit, τώρα η Λιβύη, το Ιράν και το Ιράκ και πάντοτε η απρόβλεπτη στάση των ΗΠΑ, ο φόβος για επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας και ο ρόλος της Τουρκίας. Όλα αυτά αναμφίβολα έχουν επηρεάσει τη στάση αρκετών επενδυτών σε Ελλάδα και εξωτερικό.

Από την άλλη πλευρά, η ιστορία της τελευταίας δεκαπενταετίας έχει δείξει πως παρά τις τόσες γεωπολιτικές και οικονομικές αβεβαιότητες, το παγκόσμιο σύστημα καταφέρνει να ξεπερνά κάθε φορά τις δυσκολίες, ίσως γιατί οι μεγάλες δυνάμεις διαθέτουν το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Τι να πρωτοθυμηθεί κάποιος; Το λουκέτο της Lehman Brothers; Το σύνολο του ευρωπαϊκού Νότου που το 2012 βρέθηκε στα πρόθυρα του default των ομολόγων του; Τις εξελίξεις στην Ουκρανία; Τη λεγόμενη Αραβική Άνοιξη; Τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας; Τον ISIS και την τυφλή τρομοκρατία του; Τα αρνητικά επιτόκια; Το σίριαλ των Βρετανών με το Brexit; Την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ; Για να μη μιλήσουμε για τις περιπέτειες της Ελλάδας με αποκορύφωμα το πρώτο μισό του 2015.

Το ευχάριστο όμως είναι πως κόντρα στις τόσες πολλές αβεβαιότητες των τελευταίων ετών, η διεθνής οικονομία κατάφερε να σημειώσει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης και οι αγορές μετοχών και ομολόγων να καταγράψουν ένα πολυετές ράλι! Ελπίζω, λοιπόν, ότι οι μεγάλες οικονομικές και πολιτικές δυνάμεις -όπως με επιτυχία έπραξαν κατά το παρελθόν- θα καταφέρουν και αυτή τη φορά να βρουν τις κατάλληλες ισορροπίες στις μεγάλες αντιθέσεις τους.

Ανάλογη είναι η ελπίδα μου και στο μέτωπο των Ελληνοτουρκικών, ότι τελικά θα αποφευχθεί ένα θερμό επεισόδιο. Όσο κι αν έχουμε μπροστά μας τη χειρότερη περίοδο του έτους (το πρώτο τρίμηνο, που έχει μικρότερη επίδραση στον τουρισμό της Τουρκίας, άρα προσφέρεται για εντάσεις) το ευχάριστο είναι πως όλες οι μεγάλες δυνάμεις μόνο να χάσουν έχουν από μια τέτοια εξέλιξη. Αξιοπρόσεκτη άλλωστε είναι και η πρόσφατη δήλωση του Έλληνα κυβερνητικού εκπροσώπου (κ. Γιώργος Πέτσας) πως τα αμερικανικά συμφέροντα δεν συνάδουν με την τουρκική προκλητικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο.

Και κάτι τελευταίο, αλλά νομίζω σημαντικό. Οι διεθνείς επενδυτές είναι στις μέρες μας παγιδευμένοι. Ακόμη κι αν φοβηθούν λόγω των γεωπολιτικών και λοιπών κινδύνων, πολύ πιθανόν να μην πουλήσουν τις μετοχές τους, γιατί απλά δεν θα ξέρουν τι να κάνουν τα λεφτά τους! Και αυτό γιατί, με δεδομένο ότι ζούμε σε περιβάλλον αρνητικών επιτοκίων, ούτε οι καταθέσεις προσφέρονται, ενώ σημαντικό κίνδυνο διατρέχουν και οι επενδύσεις σταθερού εισοδήματος, όπως τα ομόλογα».

Μέσα... πάμε καλά

Σε αντίθεση τώρα με το διεθνές περιβάλλον των χιλίων αβεβαιοτήτων, στο εσωτερικό μέτωπο τα πράγματα δείχνουν να έχουν μπει σε μια σειρά σε σημαντικό βαθμό. Θέμα πολιτικής αβεβαιότητας δεν υπάρχει, ενώ στο καθαρό οικονομικό κομμάτι, όλα δείχνουν πως το 2020 θα εξελιχθεί σε ένα έτος ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία, με άλλους αναλυτές να βλέπουν μια επίδοση κοντά στο +2% και άλλους να το ανεβάζουν έως και το 3%. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι αισιοδοξίας για την οικονομική πορεία της χώρας:

- Η εκκίνηση του έτους από υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο της περσινής χρονιάς (carry over).

- Οι μειώσεις φορολογικών επιβαρύνσεων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, οι οποίες ως ένα βαθμό θα έχουν αντανάκλαση στην κατανάλωση.

- Το 2020 θα έχουμε μεγαλύτερες απορροφήσεις σε ό,τι αφορά τα κονδύλια του ΕΣΠΑ, το οποίο βαδίζει προς το τέλος του (αγώνας για να αντληθούν 16,6 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια).

- Οι βελτιωμένοι δείκτες προσδοκιών σε ό,τι αφορά τόσο την καταναλωτική εμπιστοσύνη όσο και το γενικότερο οικονομικό κλίμα. 

- Η αναζωπύρωση της αγοράς ακινήτων, με όποιο αποτέλεσμα έχει αυτή σε εκατοντάδες κλάδους και επαγγέλματα που επηρεάζει.

- Η τάση των τραπεζών να αυξάνουν τις δανειοδοτήσεις τους προς τις επιχειρήσεις και μάλιστα με επιτόκια κάπως χαμηλότερα σε σχέση με το παρελθόν.

Με άλλα λόγια, για το 2020 οι αισιόδοξοι αναλυτές βλέπουν μεγαλύτερο ΑΕΠ για την ελληνική οικονομία, που θα οδηγήσει σε αυξημένη κερδοφορία τις εισηγμένες εταιρείες, ενώ παράλληλα οι μέτοχοι θα ωφεληθούν και από τις μειώσεις φόρων στα εταιρικά κέρδη, στα μερίσματα, στις ΑΕΕΑΠ και τα αμοιβαία κεφάλαια. Και όλα αυτά όταν η τρέχουσα μέση «μερισματική απόδοση» των μη τραπεζικών μετοχών ξεπερνά το 3,5% και οι τράπεζες έχουν σχεδόν μηδενίσει τα επιτόκια στις (ανταγωνιστικές με το χρηματιστήριο) προθεσμιακές καταθέσεις. 

Υπάρχουν, όμως, και πιο «συγκρατημένες φωνές» μεταξύ των παραγόντων της αγοράς, οι οποίοι παίρνουν αποστάσεις από ένα πολύ αισιόδοξο σενάριο για την οικονομία, τις επιχειρήσεις και τις τιμές των μετοχών.

«Πέρσι τέτοια εποχή, το σύνολο των αναλυτών τα έβλεπε όλα μαύρα, αλλά το Χ.Α. αναδείχτηκε τελικά πρωταθλητής αποδόσεων σε ολόκληρο τον κόσμο. Προσπαθώ κάθε φορά να μην παρασύρομαι από το γενικότερο κλίμα. Σίγουρα, η κατάσταση είναι βελτιωμένη αλλά πολλά πράγματα στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στην καλλιέργεια πολύ υψηλών προσδοκιών για το μέλλον. Νομίζω πως αρκετοί ξένοι επενδυτές θα περιμένουν μερικούς μήνες ακόμη προκειμένου να αποκτήσουν μια καλύτερη εικόνα για το πόσο αποδοτική θα είναι η προσπάθεια της κυβέρνησης να προσελκύσει επενδύσεις και να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις. Φοβούνται μήπως η όποια ανάκαμψη της οικονομίας αποδειχτεί τελικά μικρή και… αργοπορημένη. Η έναρξη του Ελληνικού έχει μεν εμβληματικό χαρακτήρα, αλλά πιστεύω πως οι ξένοι επενδυτές θέλουν μια μεγαλύτερη ροή επενδυτικών σχεδίων και μια περισσότερο μεταρρυθμιστική πολιτική. Θα περιμένουν ακόμα να δουν πώς θα προχωρήσει στην πράξη το σχέδιο «Ηρακλής» για τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών. Επίσης, σημαντικό ρόλο μέσα στη χρονιά θα παίξει το αν η ελληνική κυβέρνηση καταφέρει να πετύχει τη μείωση των ελάχιστα απαιτούμενων πρωτογενών πλεονασμάτων για τη διετία 2021-2022».

Πρόβλημα στα... ρηχά

Προς την ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι απόψεις άλλων κύκλων της αγοράς, οι οποίοι επισημαίνουν και τον ανασχετικό παράγοντα των περιορισμένων επιλογών που προσφέρει το Χ.Α. «Έχουμε μικρό αριθμό μετοχών στις οποίες μπορούν να επενδύσουν οι ξένοι και σ’ αυτές τις περιορισμένες επιλογές περιλαμβάνονται οι τράπεζες και η ΔΕΗ, τίτλοι που λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που αντιμετωπίζουν εμφανίζουν υψηλή μεταβλητότητα στο ταμπλό. Πέραν αυτού, με προβληματίζει το ότι κατά τους τελευταίους μήνες δεν έχουμε δει πολλά placements, παρά τη μεγάλη ρευστότητα που υπάρχει διεθνώς. Γενικότερα, οι ξένοι αναγνωρίζουν πως το περιβάλλον έχει βελτιωθεί, πλην όμως φαίνεται να ζητούν κάτι παραπάνω από εμάς προκειμένου να βάλουν πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη». 

Πηγή: www.Euro2day.gr

Asset Μanagement

VIDEO Επιλεγμένο Video