Τρία κλειδιά για την επόμενη ημέρα στην αγορά

Το στοίχημα των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης και τα σήματα που περιμένει η Αθήνα από τους οίκους αξιολόγησης. Ο κρίσιμος ρόλος των τραπεζών και οι προσδοκίες για ταχεία μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων μέσω του Ηρακλή.

Τρία κλειδιά για την επόμενη ημέρα στην αγορά

Hδη οι διαχειριστές κεφαλαίων και οι επενδυτές είναι σε φάση… απολογισμού για τη χρονιά που ολοκληρώνεται σε λίγες ημέρες και καταρτίζουν τη στρατηγική τους για το 2020. Ειδικά στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, το κλίμα είναι αισιόδοξο, καθώς έπειτα από πολυετή ταλαιπωρία, η κατάσταση στην οικονομία δείχνει να εξομαλύνεται ή, τουλάχιστον, να κινείται σε πιο… ορθόδοξα μονοπάτια. Έτσι, οι εμπλεκόμενοι στην αγορά εστιάζουν στα σημεία που μπορούν να αποδειχθούν καταλύτης για την πορεία της αγοράς.

Στο 21ο Ετήσιο Φόρουμ «Invest in Greece» στη Νέα Υόρκη, το ενδιαφέρον που εισέπραξαν τόσο τα στελέχη των ελληνικών επιχειρήσεων, όσο και το οικονομικό επιτελείο από τους ξένους επενδυτές ήταν αυξημένο. Αν και διαχρονικά δεν έχει αποδειχθεί ότι η συγκεκριμένη εκδήλωση έχει κάποια σοβαρή επίδραση στην αγορά, είθισται να περιγράφει με υψηλή λεπτομέρεια τα κρίσιμα στοιχεία για την επόμενη επενδυτική χρονιά.

Το κλίμα στην αγορά των ομολόγων, η πολιτική αλλαγή και οι κινήσεις της κυβέρνησης που συμβάλλουν στην επιστροφή στην κανονικότητα (όπως λ.χ. το σχέδιο «Ηρακλής» για τα κόκκινα δάνεια, η πλήρης άρση των capital control, το φορολογικό νομοσχέδιο κ.λπ.), δείχνουν ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα έχει αναπτυχθεί ένα θετικό momentum για τα εγχώρια assets και -το κυριότερο- οι αρχικά υψηλές προσδοκίες για τη νέα κυβέρνηση δεν έχουν διαψευστεί στα μάτια των ξένων επενδυτών.

Τα τρία στοιχεία που φαίνεται ότι θα διαμορφώσουν τις επιδόσεις του 2020 και τα οποία αρχίζουν να ζυγίζουν, αλλά και να ποντάρουν από φέτος οι πιο μεσοπρόθεσμοι επενδυτές στις εγχώριες μετοχές και στα ομόλογα, είναι: 1. Η αύξηση των ρυθμών ανάπτυξης της χώρας την επόμενη τριετία, 2. Οι οίκοι αξιολόγησης και η στάση που θα κρατήσουν την επόμενη περίοδο, και 3. Το κλίμα στις διεθνές αγορές και ειδικά στην αμερικανική αγορά, καθώς το 2020 είναι εκλογικό έτος. 

Όλα τα παραπάνω έχουν ήδη αρχίσει να αποτυπώνονται στις τιμές των ομολόγων, οι οποίες περισσότερο από κάθε άλλη φορά δείχνουν ότι, αν και εφόσον το παγκόσμιο σκηνικό δεν διαταραχθεί από κάποια νέα κρίση, η Ελλάδα έχει επιστρέψει για τα καλά στις αγορές και στον… ορθόδοξο δρόμο.

Το στοίχημα της οικονομίας

Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, η πορεία των κρατικών τίτλων έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία, καθώς η χώρα αποκτά σταδιακά κανονικό βηματισμό έπειτα από σκληρή κρίση και απομόχλευση μιας δεκαετίας, ενώ οι θετικές επιδράσεις του μειωμένου κόστους δανεισμού της χώρας θα είναι τεράστιες στην πραγματική οικονομία και στο Χρηματιστήριο.

Η θετική πορεία στα ελληνικά κρατικά ομόλογα, για τα οποία η Citigroup λ.χ. για πρώτα φορά τα περιέλαβε στις κορυφαίες προτάσεις της για το 2020, σε πλήρη συγχρονισμό με την εικόνα στην Ευρώπη, συμπίπτει και με τις διαθέσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να χαλαρώσει και πάλι την πολιτική της, οπότε η πόρτα του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE) μπορεί να δημιουργήσει πλεονεκτήματα. 

Ο ρυθμός αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας θα είναι επίσης εφαλτήριο για την αύξηση των ρυθμών ανάπτυξης. Αν και η χώρα απέχει από την επενδυτική βαθμίδα, αυτό δεν έχει αποτελέσει εμπόδιο προς ώρας για την ομαλοποίηση στις αποδόσεις της χώρας. Αυτό σημαίνει ότι εν μέρει οι αγορές ήδη προεξοφλούν την επιστροφή της χώρας σε επενδυτική βαθμίδα νωρίτερα από τα τέλη του 2020, που είναι ένα εφικτό και φυσιολογικό σενάριο, σε συνάρτηση πάντα με τις εξελίξεις και στις διεθνείς αγορές, ή ότι η πτώση στις αποδόσεις των ομολόγων είναι απόρροια των θετικών μακροοικονομικών εξελίξεων που έχουν επιτευχθεί τα τελευταία έτη ή συνδυασμός των δύο. 

Η χώρα τώρα απέχει τη δεδομένη χρονική στιγμή από τη βαθμίδα investment grade τρεις βαθμίδες μόλις και είναι αναμφίβολα μεγάλο στοίχημα η επιστροφή της χώρας σε πλήρη κανονικότητα το 2020.

Το διεθνές κλίμα

Αναφορικά με το απρόβλεπτο εξωτερικό περιβάλλον, το 2020 είναι εκλογικό έτος στις ΗΠΑ και είθισται οι προεδρικές εκλογές να επηρεάζουν θετικά τη χρηματιστηριακή αγορά. Κοιτάζοντας τα έτη εκλογών και τις αποδόσεις της αμερικανικής αγοράς, αν εξεταστούν οι αποδόσεις του δείκτη S&P 500 για καθεμία από τις 23 εκλογικές περιόδους από το 1928, προκύπτει ότι σε μόλις τέσσερις από αυτές οι επιδόσεις ήταν αρνητικές.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι μια κερδοφόρα στρατηγική είναι να επενδύσει κάποιος την 1η Οκτωβρίου του δεύτερου έτους της προεδρικής θητείας και να πουλήσει στις 31 Δεκεμβρίου του τέταρτου έτους! Ο Yale Hirsch επίσης έχει επισημάνει ότι το πιο κερδοφόρο έτος ενός προεδρικού κύκλου είναι το τρίτο και έπεται η τέταρτη χρονιά.

Η εικόνα στο Χ.Α.

Το ελληνικό χρηματιστήριο, από την άλλη πλευρά, παρότι διατηρεί τη θετική του τροχιά δείχνοντας ότι προεξοφλεί ουσιαστικές αλλαγές στην οικονομία και τις εισηγμένες εταιρείες, σε καμία περίπτωση δεν έχει προεξοφλήσει αυτά τα επίπεδα επιτοκίων. Επίσης, οι αξίες των συναλλαγών δεν δείχνουν ότι οι μεγάλοι ξένοι θεσμικοί επενδυτές, που αποχώρησαν από την αγορά, επιστρέφουν δυναμικά στις εγχώριες αξίες. 

Οι αισιόδοξοι συνεπώς έχουν πλέον βάσιμους λόγους για να ποντάρουν στη διαμόρφωση μιας μακροπρόθεσμης ανοδικής τάσης στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά αφού και οι αποτιμήσεις των βασικών δεικτών, όπως και των… βαρύτερων μετοχών, θα διαμορφωθούν σε πιο χαμηλά επίπεδα την επόμενη διετία και το Χρηματιστήριο της Αθήνας είναι σε θέση να αποτελέσει προορισμό για τα επενδυτικά κεφάλαια.

Οι ελληνικές μετοχές αθροιστικά, όπως απεικονίζονται στην αποτίμηση του Γενικού Δείκτη, εξακολουθούν να εμφανίζουν premium σε σχέση με τις αναδυόμενες αγορές. 

Στον αντίποδα, εν συγκρίσει με τις ευρωπαϊκές αγορές, η εικόνα είναι ελαφρώς καλύτερη, με την εγχώρια αγορά να εμφανίζει discount σε όρους λογιστικής αξίας (P/BV) και αξίας επιχείρησης προς λειτουργικά κέρδη (EV/EBITDA).

Ωστόσο, προϋπόθεση για τον μεσοπρόθεσμα ανοδικό δρόμο των ελληνικών μετοχών θα πρέπει αυτή τη φορά να είναι η συμμετοχή των τραπεζών. Μετά και το σχέδιο «Ηρακλής», σχεδιασμός με τον οποίο και το ελληνικό Δημόσιο προσπαθεί να βοηθήσει τις τράπεζες να απαλλαγούν γρηγορότερα και χωρίς φόβους απίσχανσης για τους μετόχους, οι αναλυτές είναι πιο θετικοί για τις ελληνικές τράπεζες, ίσως για πρώτη φορά την τελευταία πενταετία.

Παράλληλα, με τις προσπάθειες οργανικής και μη μείωσης των NPEs, οι διοικήσεις των τραπεζών αναπτύσσουν ταυτόχρονα και τη στρατηγική τους για τα επόμενα έτη, με την τιτλοποίηση της Eurobank, τις εκδόσεις προϊόντων ενίσχυσης των κεφαλαίων τους, αλλά και το νέο επιχειρηματικό σχέδιο της Alpha Bank να δείχνουν με αυτές τις ενέργειες ότι το θέμα των κόκκινων δανείων δεν είναι πια το μόνο σημαντικό. 

Στον αντίποδα, οι λιγότερο αισιόδοξοι εξηγούν ότι η χώρα έχασε πολύτιμο χρόνο από το 2014 έως το 2019, οπότε οι ξένες αγορές και οικονομίες κινούνταν σε έντονο ανοδικό τέμπο. Εξηγούν ότι η χώρα δεν μπόρεσε να συγχρονιστεί με τις οικονομικές εξελίξεις εξαιτίας της πολύχρονης και άσκοπης παραμονής εντός μνημονίων, της αδυναμίας του τραπεζικού τομέα να υποστηρίξει τη χρηματοδότηση της οικονομίας, της παραμονής εκτός του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, των αργών διαδικασιών αδειοδότησης των εμβληματικών επενδύσεων και πολλά άλλα.

Σήμερα, τονίζουν, οι αρνητικές αποδόσεις στις αγορές των ομολόγων, οι αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών για επιπρόσθετη ποσοτική χαλάρωση, οι συνεχείς εμπορικές εντάσεις, το Brexit και η πορεία των πρόδρομων οικονομικών δεικτών δείχνουν ότι η παγκόσμια οικονομία εισέρχεται σε φάση κατά την οποία μειώνεται η δραστηριότητα και μένει να φανεί αν η ύφεση ή μια νέα κρίση είναι προ των πυλών.

Σε ένα περιβάλλον αρνητικής κίνησης, οι αποτιμήσεις είναι δευτερεύουσες και η αποστροφή του κινδύνου θα πλήξει πρώτα χώρες των αναδυόμενων οικονομιών όπως η Ελλάδα. 

Πηγή: www.Euro2day.gr

Asset Μanagement

VIDEO Επιλεγμένο Video