Τέσσερα «αγκάθια» στο Χρηματιστήριο
Τα νέα δεδομένα στο Χρηματιστήριο. Πώς επηρεάζουν οι ΑΜΚ των τραπεζών και το rebalancing. Ο ρόλος των margin calls και οι μετοχές που πέρασαν σε υπερπουλημένες περιοχές. Που θα παιχτεί η τάση μέχρι το Μάιο. Οι διεθνείς εξελίξεις και οι κάλπες.
Η αγορά έχει χάσει τη δυναμική της, ο Γενικός Δείκτης προσπαθεί να διατηρήσει την οπτική επαφή με το ψυχολογικό όριο των 1.200 μονάδων, ενώ το σερί των εννέα πτωτικών συνεδριάσεων ψαλιδίζει στο ελάχιστο τα ετήσια κέρδη του Χ.Α.Πέραν, όμως, της βραχυπρόθεσμα τραυματισμένης τεχνικής εικόνας, η πτώση έχει αρχίσει να προκαλεί ερωτηματικά και σε επενδυτές που έχουν πιο μεσοπρόθεσμη προσέγγιση στις επιλογές τους.
Στο καθαρά εγχώριο σκηνικό, υπάρχουν σημαντικοί λόγοι που προτάσσουν μια πιο προσεκτική και πιο συντηρητική προσέγγιση για την πορεία της αγοράς τις επόμενες εβδομάδες.
Τα υποχρεωτικά margin calls μπορεί να επιταχύνουν την ορμή της πτωτικής κίνησης, αφού έλαβαν δράση τα stop loss των βραχυπρόθεσμων παικτών της spot αγοράς, ωστόσο αποτελούν τον καρπό της γενικότερης αναταραχής και όχι την αιτία του προβλήματος. Το ίδιο ισχύει και με τις φορολογικές παλινωδίες της κυβέρνησης.
Η τεχνική, αλλά ουσιαστική, παράμετρος που επιβαρύνει υπέρμετρα την πορεία των μετοχών είναι τα συνεχή rebalancing σε δείκτες – κλειδιά της εγχώριας αγοράς, τα οποία έχουν μπερδέψει και τους ειδικούς.
Τα rebalancing
Από την προηγούμενη εβδομάδα λαμβάνουν χώρα συνεχείς αναδιαρθρώσεις δεικτών MSCI, FTSE World, του εγχώριου δείκτη FTSE/Athex Large Cap, που υποχρεώνει τα θεσμικά χαρτοφυλάκια να βρίσκονται σε συνεχή επιφυλακή και ίσως και σε σύγχυση για τις τελικές εισροές και εκροές που τελικά θα προκύψουν.
Παρότι πολλοί traders προβλέπουν ότι οι αλλαγές στους δείκτες FTSE World θα έχουν πολύ μικρή επίδραση, για τις αλλαγές στο δείκτη MSCI Greece, οι εκτιμήσεις είναι αντικρουόμενες, λαμβάνοντας υπόψη και το τι έγινε τελικά στην περίπτωση της Alpha Bank.
Το βέβαιο είναι ότι οι αυξημένες σταθμίσεις Alpha Bank και Πειραιώς στο δείκτη MSCI Greece, αλλά και στον FTSE/ASE Large Cap επηρεάζουν αλυσιδωτά όλες τις δεικτοβαρείς μετοχές, εξ' ου και οι ιδιαίτερα αυξημένοι όγκοι συναλλαγών στους εμπλεκόμενους τίτλους.
Για την Alpha Bank η αλλαγή στάθμισης των μετοχών της στο δείκτης της υψηλής κεφαλαιοποίησης οδήγησε από το 16% στο 30% και για την Πειραιώς από 19% σε 33%.
Η ζώνη της υπερπώλησης
Το δεύτερο στοιχείο που επιδεινώνει την εικόνα στην αγορά είναι ο βαθμός υπερπώλησης. Οι ελληνικές μετοχές παρότι έχουν εισέλθει σε ιδιαίτερα oversold συνθήκες και ζώνες τιμών, κατάσταση που στο παρελθόν θα είχε ήδη προκαλέσει βίαιο ανοδικό ξέσπασμα, για την ώρα δεν προκαλεί αίσθηση στους συμμετέχοντες. Αυτό το στοιχείο, επιταχύνει τις πωλήσεις και προκαλεί φόβο στους επενδυτές.
Αντίστοιχου βάθους διόρθωση ως ποσοστό στο Χ.Α., με τρεις όμως ενδιάμεσες θετικές συνεδριάσεις σε σύνολο δεκατριών, ήταν η πτώση από τις 14/01/14 και τις 1.306 μονάδες στο χαμηλό έτους και τις 1.115 μονάδες στις 30/01 ή πτώση 15%.
Ωστόσο, ο βαθμός υπερπώλησης δεν ήταν τόσο υψηλός όσο στην τρέχουσα συγκυρία. Η πίεση λοιπόν που παρατηρείται στους δεικτοβαρείς τίτλους όπως ΟΤΕ, ΟΠΑΠ και ΔΕΗ είναι υπέρμετρη, αφού ο ΟΤΕ βρίσκεται 23% χαμηλότερα από το υψηλό του, ο ΟΠΑΠ 20% και η ΔΕΗ 16%. Αυστηρά τεχνικά, σε υπερπωλημένες ζώνες τιμών ή πολύ κοντά σε αυτές βρίσκονται όλες οι μετοχές του 25άρη, με εξαίρεση των Alpha Bank, Τράπεζα Πειραιώς, Coca Cola HBC και MIG.
Η αναδιανομή στις θέσεις των ξένων θεσμικών είναι επίσης ορατή και από την πορεία των τίτλων της Jumbo, της Folli – Follie Group αλλά και των ΕΛ.ΠΕ, που βρίσκονται σε συνεχή πίεση με 20%, 18% και 22% απώλειες αντίστοιχα από το υψηλό του Μαρτίου και σε ιδιαίτερα υπερπωλημένες συνθήκες.
Ο κίνδυνος της «υπερπροσφοράς»
Σε ένα περιβάλλον όπου οι οίκοι αξιολόγησης Standard & Poor's αλλά και Moody's δεν προχώρησαν στις αναμενόμενες από πολλούς αναθεωρήσεις, το απότομα άνοιγμα των αγορών κεφαλαίου στις ελληνικές επιχειρήσεις και το Ελληνικό Δημόσιο, εντείνεται επίσης την επιχειρηματολογία ότι η αθρόα προσφορά ελληνικών εκδόσεων στις αγορές σε αυτή την φάση δημιουργεί δυσκολίες.
Τα αυξημένα αντανακλαστικά των ελληνικών επιχειρήσεων και του Ελληνικού Δημοσίου, οι αιφνίδιες αλλαγές στρατηγικής από βαρυσήμαντους παίκτες του Χ.Α. στέλνουν τελικά αντίθετα μηνύματα στο εξωτερικό, αφού και το πολυαναμενόμενο δεύτερο τρίμηνο, χρονικό διάστημα στο οποίο θα ξεκινούσε η ελληνική αντεπίθεση σε μια σειρά από ανοιχτά μέτωπα, φαίνεται να χωλαίνει ελαφρώς.
Η παραπάνω κατάσταση σε συνδυασμό με τον πολιτικό κίνδυνο προκαλεί δεύτερες σκέψεις σε αρκετούς θεσμικούς επενδυτές, τουλάχιστον έως ότου ξεκαθαρίσει το τοπίο μετά τις Ευρωεκλογές.
Οι ξένες αγορές και οι ευρωεκλογές
Εκτός όμως από τις εγχώριες αιτίες, η διόρθωση των ελληνικών δεικτών είναι σε πλήρη αρμονία με την πορεία των αγορών στο εξωτερικό. Η αδυναμία των ελληνικών δεικτών έρχεται σε μια στιγμή όπου και στο εξωτερικό οι μετοχικοί δείκτες σε ΗΠΑ και Ευρώπη έχουν γυρίσει σε αρνητικά πρόσημα από τις αρχές τους έτους.
Συνολικά, οι μετοχές των περιφερειακών ευρωπαϊκών αγορών, έπειτα από ένα πολύμηνο ράλι υπεραποδόσης και ευφορίας έναντι των αγορών του πυρήνα της Ευρωζώνης, σημειώνουν σημαντικές απώλειες εδώ και δύο εβδομάδες.
Παρότι τώρα δεν φαίνεται να αποτελεί αλλαγή στρατηγικής, αλλά απλά μια κίνηση τακτικής, το γεγονός ότι τους τελευταίους μήνες, οι αγορές Ιταλίας, Ισπανίας, Ελλάδας και Πορτογαλίας υπερέχουν από 10% έως 20% του FTSE All World, δημιουργεί προϋποθέσεις για αναδιαρθρώσεις και αποκομιδή κερδών από τα χαρτοφυλάκια των ευρωπαϊκών μετοχών.
Παρά την πτώση κατά 12% από τα υψηλά του ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης στην Αθήνα, εξακολουθεί να υπεραποδίδει των βασικών διεθνών αγορών, αφού σημειώνει κέρδη 4% έναντι οριακής πτώσης για τον S&P 500. Με αρνητικό πρόσημο 3% κινείται ο γερμανικός δείκτης DAX.
Ο ρόλος των ευρωεκλογών
Στον αντίποδα, όμως, οι θεσμικοί επενδυτές, όσο πλησιάζουν οι ευρωπαϊκές εκλογές και με δεδομένες τις αναταράξεις που προκαλεί η υπόθεση της Ουκρανίας, υιοθετούν μια πιο επιφυλακτική τακτική και μειώνουν ελαφρώς τις θέσεις τους από τις ευρωπαϊκές μετοχές με τα υψηλότερα κέρδη. Οι διαχειριστές αρχίζουν και λαμβάνουν ολοένα και περισσότερο υπόψη τους το γεγονός ότι στις δημοσκοπήσεις προκύπτει άνοδος ευρωσκεπτικιστικών κομμάτων.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την τελευταία εβδομάδα ο δείκτης της Πορτογαλίας να σημειώνει πτώση 4%, της Ισπανίας 4% και της Ιταλίας 3%, διορθώσεις ωστόσο αρκετά πιο ελεγχόμενες από το -8,7% του εγχώριου δείκτη.
Για την ώρα, αυτή η βραχυχρόνια αμηχανία και η πτώση δεν δημιουργεί ηχηρές αποχωρήσεις ή αλλαγή προοπτικής στην ευρωπαϊκή αγορά μετοχών, αφού η ψήφος στις 25 Μαΐου τόσο στην Ελλάδα όσο και σε πολλές χώρες της Ευρώπης έχει το χαρακτήρα της «διαμαρτυρίας». Αν όμως η άνοδος των αυτών κομμάτων αποδειχθεί κάτι διαφορετικό, τότε το επενδυτικό προφίλ της ευρωπαϊκής περιφέρειας μπορεί να αλλάξει σημαντικά.