Πόσο επηρεάζει τις τράπεζες η ιταλική «τραγωδία»

Το πλήγμα για τις ελληνικές τράπεζες από τη διασύνδεση με τα προβλήματα των γειτονικών ιδρυμάτων και πού διαφέρουν. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, η κεφαλαιακή επάρκεια και η «ασφάλεια» των stress test. H βραδυφλεγής βόμβα των ιταλικών NPLs και ο κίνδυνος bail in.

Πόσο επηρεάζει τις τράπεζες η ιταλική «τραγωδία»

Οι ιταλικές τράπεζες βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα σε όλη τη διάρκεια του 2016. Οι εξελίξεις σε αυτές φαίνεται ότι συμπαρασύρουν όχι μόνο τις εγχώριες τράπεζες αλλά και όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες που η αγορά εκτιμάει ότι εμφανίζουν χτυπητές αδυναμίες στους ισολογισμούς τους.

Τον τελευταίο μήνα, η πτώση στις τιμές των μετοχών των ιταλικών τραπεζών κυμαίνεται από 25%-50%. Από τις αρχές του έτους όμως, οι μετοχές της Monte dei Paschi και της Banco Popolare έχουν υποχωρήσει κάτι λιγότερο από 80%, ενώ οι μετοχές της μετοχές της Unicredit, η οποία αποτελεί τη μεγαλύτερη ιταλική τράπεζα 63%. Για την Intesa Sanpaolo, τη δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα στη γειτονική χώρα, οι μετοχές της έχουν υποχωρήσει 43% από τις αρχές του έτους.

Στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, στην Πορτογαλία η Banco Comercial και στην Ισπανία η Banco Popular σημειώνουν απώλειες 60% περίπου στο πρώτο εξάμηνο. Από κοντά βρίσκονται οι Credit Suisse, η Deutsche Bank, η Bank of Ireland, η RBS και πολλές ακόμη τράπεζες του πυρήνα της Ευρώπης, καθιστώντας το πρόβλημα πιο συστημικό και επί της ουσίας πρόβλημα νομίσματος.

Οι εγχώριες τράπεζες, ακολουθούν από κοντά στην πτώση από τις αρχές του έτους, αφού σε μεγάλο βαθμό εμφανίζουν και αυτές μεγάλες αδυναμίες, μεγαλύτερες από τις ιταλικές, όσον αφορά το θέμα της διαχείρισης της μη εξυπηρετούμενης έκθεσης. Οι συνθήκες risk-off που έχουν δημιουργηθεί και οι κόντρες για τον έλεγχο του ΤΧΣ επίσης δεν βοηθούν τη δεδομένη χρονική στιγμή. Η πτώση στη Eurobank και την Πειραιώς ανέρχεται στο 50% περίπου, 45% για την ΕΤΕ και 35% για την Alpha Bank.  

 

H πρόσφατη αδυναμία των ελληνικών τραπεζών συνδέεται άμεσα με την πορεία των ιταλικών τραπεζών. Το γεγονός διαπιστώνεται από τη συσχέτιση των αποδόσεων τους τον τελευταίο μήνα. Ο βαθμός συσχέτισης (correlation) των αποδόσεων των τραπεζικών δεικτών σε Ελλάδα και Ιταλία προσεγγίζει το 85% από τις αρχές τους Ιουνίου, ενώ ο βαθμός συσχέτισης από τις αρχές τους έτους δεν ξεπερνά το 50%. Παρά τις σημαντικές ομοιότητες, ο εγχώριος δείκτης εμφανίζει αισθητά υψηλότερη μεταβλητότητα, τόσο στην πτώση που έλαβε χώρα ως το πρώτο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου αλλά όσο και στο ανοδικό σκέλος που ακολούθησε.

Στον αντίποδα, οι τράπεζες που ξεχωρίζουν τον τελευταίο μήνα με την υπεραπόδοση τους έναντι του κλάδου είναι οι βρετανικές HSBC και Standard Chartered, η τσέχικη θυγατρική της Société Générale Komercni Banka, οι τράπεζες της Δανίας, της Σουηδίας και της Νορβηγίας. Η πτώση στις βρετανικές RBS και Lloyds οφείλεται στη μεγάλη τους έκθεση στο τομέα του real estate. Το γεγονός ότι οι τράπεζες εκτός κοινού νομίσματος είναι αυτές που υπεραποδίδουν του κλάδου, συνδέεται με την αποστροφή του κινδύνου που συνδέεται τόσο με τα επικείμενα stress tests αλλά και την πολιτική αβεβαιότητα για τη σταθερότητα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

 

 

Η κατάσταση του ιταλικού τραπεζικού συστήματος

Το πρόβλημα των ιταλικών τραπεζών ωστόσο δεν είναι καινούργιο, αφού σε όλη τη διάρκεια του 2014 και του 2015, η ιταλική κυβέρνηση είχε προσπαθήσει να δημιουργήσει ένα ενιαίο φορέα διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων με τον οποίο οι τράπεζες θα μπορούσαν να απαλλαγούν από τα δάνεια, δημιουργώντας ουσιαστικά μια «bad bank». Αυτή η προτιμητέα επιλογή μέχρι τώρα ό δεν έχει υλοποιηθεί, αφού οι κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις απέτρεψε την φιλική προς την αγορά λύση, δηλαδή το bail out σε μετόχους και ομολογιούχους.

Η είσοδος του Brexit στην εξίσωση αυξάνει ακόμα περισσότερο την πολιτική αβεβαιότητα που ήδη υπάρχει εξαιτίας του κρίσιμου δημοψηφίσματος για τη Συνταγματική Αναθεώρηση, αυξάνοντας ακόμη περισσότερο την πίεση στις ιταλικές τράπεζες. Πλέον, πλήθος αναφορών κάνουν λόγο ότι το πακέτο ανακεφαλαιοποίησης που χρειάζονται οι ιταλικές τράπεζες θα πρέπει να συμπεριλάβει και κρατικά κεφάλαια διάσωσης, για να αποφευχθεί η μετάδοση της κρίσης και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Για την ώρα ωστόσο, δεν είναι σαφές ποια λύση θα προκύψει. Πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι το μέγεθος του πακέτου κεφαλαίων που χρειάζεται το ιταλικό τραπεζικό σύστημα κυμαίνεται από 20 δισ. έως 40 δισ. ευρώ.

Ταυτόχρονα, μπορεί οι ειδήσεις αναφορικά με την επιτάχυνση της διάθεσης της μη εξυπηρετούμενων δανείων σε distressed τιμές να ανακυκλώνονται, ωστόσο το όχημα που θα έπρεπε να έχει συσταθεί για τα επισφαλή δάνεια, με πιθανές τιμές διάθεσης στα 20 έως 30 σεντς στο ευρώ, δεν έχει συσταθεί. Η Apollo Global Management έχει πραγματοποιήσει μια προσφορά για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια της Grupo Banca Carige στα 20 σεντς περίπου, ωστόσο, οι ίδιες οι τράπεζες φαίνεται να αποτιμούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια κοντά στα 40 σεντς του ευρώ.

Οι συσχετίσεις μεταξύ των ιταλικών και των ελληνικών τραπεζών

Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ των ελληνικών τραπεζών και των ιταλικών είναι η ακόλουθη: οι εγχώριες τράπεζες έχουν ήδη πραγματοποιήσει δύο επιπρόσθετα αυστηρά stress tests τα οποία σε μεγάλο βαθμό ανέδειξαν τις αδυναμίες τους και υποχρέωσαν τις τράπεζες να πάρουν γενναίες προβλέψεις για την τριετία. Ειδικά μετά το τελευταίο τεστ του Ιουνίου, οι παραδοχές του οποίου ήταν ιδιαίτερα αυστηρές, ακολούθησε τρίτος γύρος αυξήσεων κεφαλαίου σε τιμές που έκαναν τιμώρησαν επί της ουσίας τους υφιστάμενους μετόχους, ομολογιούχους και το Ελληνικό Δημόσιο, ενώ ούτε λόγος έγινε bail out.

 

Αντίθετα, στις ιταλικές τράπεζες, η βραδυφλεγής βόμβα των 360 δισ. ευρώ μη εξυπηρετούμενων δανείων, ποσοστό 20% περίπου του ιταλικού ΑΕΠ είναι λογικό να τρομάζει, και ο λόγος είναι ότι στην πραγματικότητα οι αναλυτές και η αγορά εκτιμούν ότι το ποσό αυτό είναι αρκετά υψηλότερο. Συνεπώς, οι φόβοι για bail in και αυξήσεις κεφαλαίου με πολύ υψηλό dilution στους υφιστάμενους μετόχους των τραπεζών είναι μπροστά μας.

Η μη εξυπηρετούμενη έκθεση στις ιταλικές τράπεζες είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, της τάξεως του 17% του δανειακού τους χαρτοφυλακίου με βάση τα στοιχεία του πρώτου τριμήνου του 2016, αλλά από την άλλη πλευρά οι δείκτες κάλυψης της επισφαλής έκθεσης είναι από τους υψηλότερους με ποσοστό της τάξεως του 45%. Οι ελληνικές τράπεζες, αντίθετα, εμφανίζουν ακόμη υψηλότερη μη εξυπηρετούμενη έκθεση ως ποσοστό του ΑΕΠ αλλά και τους δανειακούς τους χαρτοφυλακίου.

Για τον ιταλικό κλάδο ωστόσο, και σε αντίθεση με τον εγχώριο, οι δείκτες μη εξυπηρετούμενης έκθεσης διαφέρουν από τράπεζα σε τράπεζα σημαντικά. Για την Banco Monte dei Paschi ο δείκτης της μη εξυπηρετούμενης έκθεσης ξεπερνά το 34% στο πρώτο τρίμηνο του 2016 αλλά για τη Unicredit τοποθετείται στο 15%, όπως και για την UBI και την Intesa Sanpaolo.

Τέλος, οι δείκτες βασικών εποπτικών κεφαλαίων (CET1) επίσης διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των ιταλικών και εγχώριων τραπεζών. Για την Unicredit, ο δείκτης είναι στο 10,9% αλλά για την Intesa Sanpaolo o δείκτης ξεπερνά το 13%.

Αντίθετα, για τις εγχώριες τράπεζες και βάση των αποτελεσμάτων του πρώτου τριμήνου, οι δείκτες CET1 κυμαίνονται από 12,9% έως 16,7% πλην CoCos και προνομιούχων, ωστόσο η συμμετοχή του DTA/DTC στο δείκτη είναι ο υψηλότερος στην Ευρώπη, αρκετά υψηλότερος από τις ιταλικές τράπεζες.

Πηγή: www.Euro2day.gr

Asset Μanagement

VIDEO Επιλεγμένο Video