Τι αποκαλύπτουν τα budget των εισηγμένων για το 2025
Ποιες είναι οι βασικές παραδοχές με τις οποίες δουλεύουν οι διοικήσεις. Οι προσδοκίες και τα μακροοικονομικά δεδομένα. Ποια είναι τα πρώτα σήματα από τον τουρισμό. Σκεπτικισμός για τις εξαγωγές.
Παρά τις υπάρχουσες προκλήσεις και το κλίμα αβεβαιότητας που επικρατεί στη διεθνή οικονομική σκηνή, οι περισσότερες εισηγμένες εταιρείες αναμένουν για το 2025 υψηλότερες οικονομικές επιδόσεις, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το ύψος των πωλήσεών τους.
Αυτό προκύπτει από το ρεπορτάζ του Euro2day.gr και φαίνεται να αντανακλάται στους προϋπολογισμούς των εταιρειών για την επόμενη χρονιά, οι οποίοι, αν δεν έχουν οριστικοποιηθεί, βρίσκονται σε τελικό στάδιο.
«Αντιλαμβανόμαστε πλήρως ότι υπάρχουν πολλές αβεβαιότητες και σημαντικές προκλήσεις στο εξωτερικό μας περιβάλλον, ωστόσο δεν μπορούμε παρά να συντάξουμε τους προϋπολογισμούς μας υιοθετώντας το βασικό σενάριο που προκύπτει από τα στοιχεία του κρατικού προϋπολογισμού και φυσικά να σχεδιάσουμε εναλλακτικά σχέδια δράσης, σε περίπτωση που κάτι δεν πάει καλά».
Αυτά δηλώνει διευθύνων σύμβουλος εισηγμένης εταιρείας, συμπληρώνοντας: «Στον βαθμό που ο πληθωρισμός θα κινηθεί στα προβλεπόμενα χαμηλά επίπεδα (στο 2,1%), τότε το διαθέσιμο πραγματικό εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών θα ανεβεί, επειδή οι ονομαστικές αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, η περαιτέρω μείωση της ανεργίας και οι όποιες περικοπές σε φόρους-ασφαλιστικές εισφορές θα υπερκαλύψουν τις επιπτώσεις από τις ανατιμήσεις στα ράφια των super markets.
Όμως, η μεγαλύτερη ώθηση θα δοθεί από το μέτωπο των επενδύσεων, καθώς οι εταιρείες σε μια σειρά από σημαντικούς κλάδους της οικονομίας, όπως στις κατασκευές και στην πληροφορική, έχουν πολύ υψηλότερα υπόλοιπα ανεκτέλεστων συμβάσεων σε σχέση με το παρελθόν.
Επιπλέον, οι συμβάσεις αυτές θα πρέπει να υλοποιηθούν μέσα στην επόμενη διετία -ή έστω τριετία σε περίπτωση που υπάρξει παράταση-, εξαιτίας των χρονικών ορίων που θέτει η απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης. Όλα δείχνουν επίσης ότι θα συνεχιστεί το 2025 και η έντονη κινητικότητα στο μέτωπο της οικοδομικής δραστηριότητας και των συναφών δραστηριοτήτων».
Τουρισμός - Εξαγωγές
Αντίθετα, κλίμα αβεβαιότητας και σκεπτικισμού επικρατεί στους δύο τομείς που στήριξαν την ελληνική οικονομία κατά τα προηγούμενα χρόνια: τον τουρισμό και τις εξαγωγές.
Το ευχάριστο είναι ότι ο εισερχόμενος τουρισμός συνεχίζει την ανοδική του πορεία ακόμη και μέσα στον Νοέμβριο, ενώ τα πρώτα δείγματα για την πορεία του 2025 είναι θετικά. Όπως φαίνεται, το καταναλωτικό μοντέλο στη Γηραιά Ήπειρο έχει διαφοροποιηθεί και έτσι μπορεί οι Ευρωπαίοι να περιορίζουν τις αγορές ρούχων, αυτοκινήτων και άλλων καταναλωτικών προϊόντων, ωστόσο επιμένουν να πηγαίνουν διακοπές.
Οι μέχρι τώρα λοιπόν εκτιμήσεις παραγόντων του κλάδου είναι πως το 2025 θα εξελιχθεί σε μια ακόμη πολύ καλή χρονιά για τον ελληνικό τουρισμό, έστω και αν μια κατηγορία επισκεπτών περικόψει την ημερήσια δαπάνη του λόγω της κατάστασης που επικρατεί στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές, οι προβλέψεις είναι περισσότερο σύνθετες. Από τη μια πλευρά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης μεγαλύτερη από το φετινό 0,8% και επιπλέον ευνοϊκά θα επηρεάσει πιθανότατα και η περαιτέρω αποκλιμάκωση των επιτοκίων.
Σύμφωνα με οικονομικό διευθυντή εισηγμένης μεταλλουργικής εταιρείας, «το 2025 -λόγω και του χρονισμού των κινήσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας- θα είναι η πρώτη χρονιά που οι επιχειρήσεις θα επιβαρυνθούν με χαμηλότερους τόκους σε σχέση με την προηγούμενη. Όμως, το βασικότερο ζητούμενο δεν είναι τόσο η μείωση μιας συγκεκριμένης κατηγορίας κόστους όσο η τόνωση της διεθνούς ζήτησης.
Θεωρητικά, μια διαφαινόμενη πτώση των επιτοκίων θα μπορούσε να βελτιώσει την ψυχολογία και να τονώσει τη ζήτηση για κατανάλωση και επενδύσεις, πλην όμως αυτό γίνεται συνήθως με μια διαφορά φάσης έξι έως δώδεκα μηνών. Άρα, μάλλον θα πρέπει να περιμένουμε το δεύτερο μισό του 2025, προκειμένου να διαπιστώσουμε στην πράξη μια βελτίωση στις ευρωπαϊκές αγορές.
Τώρα, οι επιπτώσεις από μια ενδεχόμενη πολιτική επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ σε ευρωπαϊκά και κινεζικά προϊόντα δεν μπορούν να προβλεφθούν με ακρίβεια, καθώς δεν έχουμε ακόμη δει σαφές δείγμα γραφής από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Πάντως, με δεδομένο ότι οι ελληνικές εξαγωγές στις ΗΠΑ είναι περιορισμένες, οι επιπτώσεις θα είναι κυρίως έμμεσες -λόγω του ότι θα οξυνθεί ενδεχομένως ο ανταγωνισμός στην ελληνική και την ευρωπαϊκή αγορά- και δεν θα αφορούν όλους τους παραγωγικούς κλάδους».