Τώρα... αρχίζουν τα δύσκολα στις αγορές
Σε περίοδο «αναταράξεων» περνούν οι διεθνείς αγορές. Τα νέα δεδομένα, οι αποτιμήσεις και η επιστροφή της μεταβλητότητας. O ελληνικός δείκτης MSCI και σύγκριση με τον «ανταγωνισμό». Σε ποιες μετοχές στρέφονται τώρα οι επενδυτές.
H ανέφελη περίοδος για τις διεθνείς αγορές έχει τελειώσει. Μια σειρά ανοιχτά μέτωπα (από τις γεωπολιτικές εξελίξεις μέχρι τα πανευρωπαϊκά stress tests των τραπεζών) έχει αυξήσει τη μεταβλητότητα. Πλέον οι σημαντικότεροι χρηματιστηριακοί δείκτες καρκινοβατούν, καθώς τα επενδυτικά κεφάλαια δεν μπορούν να διατυπώσουν ασφαλείς (όσο είναι δυνατόν) εκτιμήσεις για τη μεσοπρόθεσμη πορεία των αγορών. Από την άλλη πλευρά, όμως, η πλεονάζουσα ρευστότητα έχει αποδειχτεί μέχρι τώρα δικλίδα ασφαλείας και έχει κρατήσει σε υψηλά επίπεδα τις σημαντικότερες κατηγορίες επενδύσεων.
Έτσι, το μόνο βέβαιο είναι ότι για τους επόμενους 3-4 μήνες η αβεβαιότητα και η στάση αναμονής θα χαρακτηρίζουν το επενδυτικό τοπίο και, παρότι τώρα δεν φαίνεται να υπάρχουν μεγάλοι κίνδυνοι, η οποιαδήποτε απειλή επιβάλλεται να περνά από το μικροσκόπιο.
Μολονότι η αισιοδοξία στις αγορές διατηρείται, οι αποτιμήσεις σε κάποιες μορφές επενδύσεων δείχνουν υψηλές, κυρίως λόγω της νομισματικής πολιτικής που υιοθετήθηκε από τις κεντρικές τράπεζες με την έναρξη της πιστωτικής κρίσης. Το αποτέλεσμα είναι οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές να μη νιώθουν άνετα να τοποθετηθούν μαζικά.
Μετά την προσέγγιση νέων υψηλών πενταετίας ή την καταγραφή ιστορικών υψηλών τον Ιούλιο από πολλές μετοχικές και ομολογιακές αγορές, οι αναλυτές προβλέπουν τώρα πως η αστάθεια θα είναι καθοριστικός παράγοντας για τους επόμενους μήνες. Η αφορμή δίνεται από τις γεωπολιτικές αναταραχές σε Ουκρανία, Ιράκ και Ισραήλ, ενώ στην Ευρώπη η ανησυχία εντείνεται από τα τραπεζικά stress tests και την Banco Espirito Santo.
Οι παγκόσμιες μετοχικές αγορές (MSCI World Index) το τελευταίο τρίμηνο παρέμειναν αμετάβλητες.
Ωστόσο, ο δείκτης MSCI Euro υποαποδίδει αισθητά με -8%, ενώ ο τομέας με την πιο εντυπωσιακή πτώση, όπως είναι αναμενόμενο, είναι ο χρηματοοικονομικός (-10%).
Σε αυτό το πλαίσιο, όλες οι ευρωπαϊκές αγορές του Νότου έχουν καταγράψει σημαντικές απώλειες.
Ο ελληνικός δείκτης MSCI σημειώνει μια από τις χειρότερες επιδόσεις στο τρίμηνο (-16,58%), με τον δείκτη της Πορτογαλίας να έχει χάσει 27% και της Ουγγαρίας 19%. Σε πολύ υψηλά επίπεδα οι απώλειες και σε Ιταλία, Αυστρία και Ιρλανδία, όπου οι φόβοι για τις τράπεζες είναι ιδιαίτερα αυξημένοι.
Το στοιχείο, λοιπόν, που αλλάζει τη μεγάλη εικόνα είναι η επιστροφή της μεταβλητότητας. Η απουσία της στις μετοχικές αξίες από τον Ιούνιο του 2012 ωθούσε τους επενδυτές να είναι οτιδήποτε άλλο παρά... επιλεκτικοί, ωστόσο αυτό έχει αλλάξει.
Ο δείκτης VIX, που μετρά τη μεταβλητότητα των μετοχών του δείκτη S&P 500, ξύπνησε από τη χειμερία νάρκη του και πιθανόν η περίοδος της υπερβολικής αισιοδοξίας που έχει επικρατήσει από τον Ιούνιο του 2012 στις αγορές, μάλλον βρίσκεται στο τέλος της.
Aπό την άλλη πλευρά, η επιστροφή της μεταβλητότητας ίσως είναι η μεγάλη ευκαιρία για τα χρηματιστήρια, αφού είναι πολύ πιθανό η μεγάλη υπάρχουσα ρευστότητα στο σύστημα να τοποθετηθεί στους μετοχικούς τίτλους με την πρώτη διόρθωση, περιορίζοντας τα περιθώρια της πτώσης. Εφόσον η εμπιστοσύνη στις παγκόσμιες αγορές διατηρηθεί και το volatility δεν αγγίζει ακραία επίπεδα, οι επενδυτές φαίνεται ότι είναι και πάλι διατεθειμένοι να χρησιμοποιήσουν τη ρευστότητα για να χρηματοδοτήσουν τοποθετήσεις σε περιουσιακά στοιχεία υψηλού κινδύνου και κυρίως μετοχές.
Ποιες μετοχές επιλέγουν
Η στάθμιση υπέρ των μετοχών παραμένει, ωστόσο αυτό που προβλέπεται είναι ότι οι επενδυτές σιγά-σιγά θα πρέπει να κινηθούν από τις μετοχές με υψηλά beta στις μετοχές με υψηλά και διατηρήσιμα μερίσματα. Οι μετοχές με υψηλά και σχετικά ασφαλή μερίσματα δεν βρίσκονται ακόμη στην κορυφή των επιλογών των επενδυτών, αλλά αρκετοί αναλυτές θεωρούν ότι αυτό θα αλλάξει, καθώς οι προσεχείς μήνες μάλλον θα χαρακτηριστούν από τη στροφή σε αυτές τις κατηγορίες μετοχών. Ειδικά οι ευρωπαϊκές εταιρείες φαίνεται να είναι η πλέον ασφαλής επιλογή στον παγκόμιο χάρτη των επενδύσεων.
Η προτίμηση των αναλυτών στις στρατηγικές υψηλών μερισμάτων βασίζεται σε αρκετά επιχειρήματα. Μετά τη δραματική περικοπή τους από το 2009 έως και πέρσι, εκτιμάται ότι η βελτίωση των ισολογισμών των εταιρειών θα προκαλέσει αυξήσεις στα μερίσματα και στις επιστροφές κεφαλαίου των εταιρειών εντός των επόμενων 12 μηνών. Αυτή η άνοδος θα προέλθει από τη σημαντική ενίσχυση των ταμειακών ροών και από το ότι οι ισολογισμοί των εταιρειών είναι πιο υγιείς από το 2007, όταν οι μετοχές βρίσκονταν και πάλι σε αυτά τα επίπεδα τιμών.
Σημαντικό επιχείρημα αποτελεί το γεγονός ότι, σε ένα περιβάλλον υποτονικής ανάπτυξης για τις ανεπτυγμένες οικονομίες, τα μερίσματα θα συμβάλουν σημαντικά στη συνολική απόδοση των μετοχών, αλλά και στη ρευστότητα των χαρτοφυλακίων. Επίσης, οι τοποθετήσεις σε κλάδους και μετοχές με «καλά» μερίσματα, συχνά υπερισχύουν σε αποδόσεις στην αγορά. Αυτή η στρατηγική είθισται να υπεραποδίδει σε περιόδους όπου οι τιμές των μετοχών έχουν πια κινηθεί ανοδικά και οι αποτιμήσεις έχουν βρεθεί σε υψηλά επίπεδα.
Ακόμα ένα επιχείρημα που υποστηρίζει τη στροφή σε μετοχές με μερίσματα είναι η αναζήτηση αποδόσεων (yields). Με τις μερισματικές αποδόσεις να ξεπερνούν πια τις αποδόσεις τόσο των εταιρικών όσο και των κρατικών ομολόγων, οι επενδυτές έχουν έναν επιπλέον λόγο να στραφούν ξανά στα μερίσματα. Σε κλάδους όπως η ενέργεια, οι εταιρείες κοινής ωφελείας και οι τηλεπικοινωνίες, οι μερισματικές αποδόσεις βρίσκονται υψηλότερα των αντίστοιχων αποδόσεων των ομολόγων που έχουν εκδώσει οι σχετικές εταιρείες.
Οι αποτιμήσεις
Οι δείκτες αποτίμησης των αγορών, σε μεσοπρόθεσμη βάση, δείχνουν ότι πλέον οι περισσότερες αγορές είναι διαπραγματεύσιμες σε περίπου ουδέτερα επίπεδα. Ωστόσο, σε σχέση με τα ομόλογα και τα διαθέσιμα, οι μετοχές εξακολουθούν να αποτελούν προτιμότερη κατηγορία επένδυσης.
Με μια απλή ματιά στη διαφορά μεταξύ των earnings yield σε ΗΠΑ και Ευρώπη και της απόδοσης των ομολόγων παγκοσμίως φαίνεται ότι οι μετοχές είναι ακόμα αρκετά φθηνότερες σε σύγκριση με τα ομόλογα σε μεσοπρόθεσμη βάση. Οι μερισματικές αποδόσεις των αγορών είναι 2,2% για ΗΠΑ και 3,9% για την ευρωζώνη, ενώ οι δείκτες P/E για φέτος εκτιμώνται σε 13,6% για τις ΗΠΑ και σε 12,3 φορές για την Ευρώπη.
Επίσης, ανάμεσα στα κρατικά ομόλογα και στα high yield, οι επενδυτές φαίνεται να προτιμούν τα δεύτερα αφού οι αποδόσεις των 10ετών κρατικών ομόλογων, για παράδειγμα, σε ΗΠΑ και Ευρώπη είναι κάτω από το 2,5% και από το 1,15% αντίστοιχα, ενώ προβλέπονται το 2015 στο 4% για τις ΗΠΑ και περίπου στο 2,5% για τα γερμανικά bunds.
Η εικόνα των εταιρειών
Η είσοδος του πολιτικού ρίσκου και πάλι στην εξίσωση είναι τροχοπέδη για την πορεία των αγορών, όμως από την άλλη πλευρά οι εταιρικοί ισολογισμοί, όπως αναφέρθηκε, βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση από το 2007.
Παράλληλα, αρκετές εταιρείες που εξακολουθούν να διατηρούν ισχυρές θέσεις σε ρευστό, θα αρχίσουν να το χρησιμοποιούν, γεγονός μάλιστα που έχει φανεί ήδη, καθώς στην Ευρώπη το 2014 θα είναι το πιο πλούσιο έτος σε συγχωνεύσεις και εξαγορές, με την αξία των συμφωνιών να έχει ήδη διπλασιαστεί σε σχέση με πέρσι.
Με την προσήλωση των εταιρειών στη μείωση του κόστους τα τελευταία έτη, πλέον το βάρος των διοικήσεων είναι πιο πιθανό να μετακινηθεί προς την αύξηση των εσόδων και της αποδοτικότητας μέσω οικονομιών κλίμακας.
Τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων του S&P 500 στο β΄ τρίμηνο του 2014 ήταν καλύτερα από τα αναμενόμενα όχι μόνο σε επίπεδο καθαρών κερδών, αλλά και σε επίπεδο ταμειακών ροών. Παράλληλα, η βελτίωση της ποιότητας των κερδών επιβεβαιώνεται από την ενίσχυση των περιθωρίων κέρδους, αφού ο συνδυασμός ήπιας αύξησης των εσόδων και περιστολής του κόστους έχει επιφέρει άνοδο και των λειτουργικών περιθωρίων.
Για το 2014, αναμένεται αύξηση των κερδών ανά μετοχή των εταιρειών του S&P 500 στο 7,7% και στο 11,6% για το 2015, ενώ στην ευρωζώνη και στον δείκτη Euro Stoxx 50 το ποσοστό αύξησης κυμαίνεται στο 9,8% φέτος και 13,2% το επόμενο έτος.

