Η υπόγεια «σύγκρουση» για τα ελληνικά assets

Οι προβληματισμοί των ξένων επενδυτών καθώς κινούμαστε σε εκλογική χρονιά. Τα επιχειρήματα αισιόδοξων και απαισιόδοξων, ο κρίσιμος ρόλος των τραπεζών και τα μηνύματα από τις αποτιμήσεις. Ποιες είναι οι μεγάλες προκλήσεις για την οικονομία.

Η υπόγεια «σύγκρουση» για τα ελληνικά assets

Tο... ποδαρικό στο Χρηματιστήριο για το 2019 έδειξε πως και αυτή τη χρονιά η αγορά θα κινηθεί μεταξύ σφύρας και άκμονος, καθώς τα γνωστά μέτωπα μένουν ορθάνοιχτα, ενώ παράλληλα κορυφώνεται και οξύνεται η προεκλογική περίοδος.

Ανεξάρτητα από το αν θα υπάρξει κάποια σημαντική εξέλιξη στο επόμενο διάστημα, είναι σαφές ότι δύσκολα η ελληνική αγορά θα προσελκύσει ξένους αγοραστές - θα χρειαστεί πολύς χρόνος και πειστικές κινήσεις για να πειστούν οι διεθνείς επενδυτές ότι όντως κάτι αλλάζει σε μια χώρα που το επόμενο διάστημα... θα παζαρεύει προεκλογικά μέτρα και θα ψάχνει σκάνδαλα για να αυξήσει τις εκλογικές της επιδόσεις.

Κάπως έτσι, η αγορά συνεχίζει να ταλαιπωρείται και οι όποιες θετικές προοπτικές χάνονται υπό το βάρος της αρνητικής ψυχολογίας και του κλίματος δυσπιστίας που διατηρείται. Πάντως, οι τολμηροί έχουν αρκετά πατήματα για να κινηθούν...

Οι αγορές δεν φαίνεται να θεωρούν βασικό σενάριο την προσφυγή της Ελλάδας στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας για νέο δανεισμό, ωστόσο φαίνεται πως περιμένουν περισσότερα από την πλευρά μας, προκειμένου να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη και επενδύσουν στη χώρα μας.

Όλα δείχνουν πως οι προκλήσεις για την ελληνική οικονομία παραμένουν ακόμη και η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο, καθώς η διεθνής οικονομία βλέπει να επιβραδύνονται ανησυχητικά οι ρυθμοί ανάπτυξης. Παράλληλα, η Ελλάδα και η Ευρώπη βρίσκονται κάποιους μήνες πριν τη διεξαγωγή σημαντικών εκλογικών αναμετρήσεων.

Σ’ αυτό το κλίμα:

-Οι αγορές φοβούνται χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής με λήψη μέτρων προεκλογικού χαρακτήρα, αλλά και αναβολή σημαντικών (και δύσκολων) αποφάσεων για μετά τις εκλογές, τόσο από την πλευρά της Ελλάδας όσο και από την πλευρά της Ευρώπης. 

-Είναι αμφίβολο, επίσης, αν θα ληφθούν αποφάσεις ιδιωτικοποιήσεων και εκποιήσεων κρατικών περιουσιακών στοιχείων, ειδικότερα αν αυτές παρουσιάσουν κάποια πιθανά σημεία τριβής (π.χ. ένας μόνο υποψήφιος).

-Αμφισβητείται, τέλος, το κατά πόσο γρήγορα οι τράπεζες θα κληθούν να λάβουν δύσκολες αποφάσεις τόσο για το προσωπικό τους, όσο και για το μέγεθος του δικτύου τους (έντονες πολιτικές αντιδράσεις από κλεισίματα υποκαταστημάτων στην επαρχία).

Δεν πείθει

Το βέβαιο, πάντως, είναι ότι η προθυμία των ξένων να αγοράσουν ελληνικές μετοχές είναι κατά τους τελευταίους μήνες σαφώς περιορισμένη, όχι μόνο γιατί γενικότερα επικρατεί κλίμα απόσυρσης κεφαλαίων από τα αναδυόμενα χρηματιστήρια, αλλά και γιατί η Ελλάδα δεν έχει πείσει μέχρι σήμερα πως μπορεί μέσα στο 2019 να διαφοροποιηθεί από αυτά, μέσα από τη μείωση του κινδύνου της χώρας και από την περαιτέρω ενδυνάμωση των εταιρειών της.

«Το χρηματιστήριό μας χρειάζεται ένα πειστικό αφήγημα, προκειμένου να πείσει τους επενδυτές ότι έχει τις προϋποθέσεις να κινηθεί κόντρα ακόμα και σε ένα γενικότερο πτωτικό διεθνές κλίμα», υποστηρίζει γνωστός χρηματιστηριακός αναλυτής, συμπληρώνοντας: «Τα χαμηλότερα P/E και οι υψηλότερες μερισματικές αποδόσεις είναι μεν καλές, αλλά δεν αρκούν. Πρέπει να πειστούν οι ξένοι πως σε ένα χρόνο από σήμερα οι αποδόσεις των κρατικών μας ομολόγων θα βρεθούν στο 3% και πως μεγάλα επενδυτικά projects, όπως αυτό του Ελληνικού, θα έχουν πάρει μπροστά».

Σε σύγκριση με τις αρχές του 2018 (όταν η έξοδος από τα μνημόνια εθεωρείτο «στοίχημα»), ο Γενικός Δείκτης του Χ.Α. βρίσκεται 25% χαμηλότερα και οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων σε υψηλότερα επίπεδα. Μάλιστα, η υποχώρηση του Γενικού Δείκτη προήλθε από την πλειονότητα των μετοχών (όχι μόνο από τις τράπεζες) και η αύξηση των αποδόσεων στα ελληνικά κρατικά ομόλογα συνεχίζεται ακόμη και μετά την τακτοποίηση των θεμάτων της Ιταλίας με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Επιπρόσθετα στοιχεία των τελευταίων μηνών είναι η απουσία ισχυρού ενδιαφέροντος από ξένους θεσμικούς επενδυτές να τοποθετηθούν στη «μεταμνημονιακή Ελλάδα» (βλέπε κλίμα σε χρηματιστηριακά roadshows, αλλά και τον χαμηλό όγκο συναλλαγών) και παράλληλα η συνεχής συρρίκνωση των μετοχικών επιλογών που προσφέρει το Χ.Α. (Grivalia, ΕΛΤΕΧ Άνεμος και Druckfarben είναι τα τελευταία παραδείγματα αποχώρησης από το ταμπλό, ενώ ακολουθούν τουλάχιστον Νηρέας – Σελόντα και Υγεία).

Η σύγκριση με τον Ιανουάριο του 2016

Σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών, η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά δεν έχει καταφέρει μέχρι σήμερα να καρπωθεί σε σημαντικό βαθμό ούτε τη μείωση του κινδύνου της χώρας των τελευταίων ετών, αλλά ούτε και το πέρασμα της οικονομίας σε θετικούς (έστω και περιορισμένους) ρυθμούς ανάπτυξης. Και αυτό μπορεί να ερμηνευθεί με δύο τρόπους:

1.Οι απαισιόδοξοι εκτιμούν πως οι αγορές δεν έχουν πειστεί ακόμη για την επιτυχία του ελληνικού «recovery story», λόγω μιας παρατηρούμενης μεταρρυθμιστικής κόπωσης, αλλά και της διαφαινόμενης δυσκολίας που αντιμετωπίζει η χώρα στο να ακολουθήσει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Φοβούνται επίσης ανά πάσα στιγμή κλίμα πολιτικής αστάθειας, ενώ συνεκτιμούν και το ενδεχόμενο μιας πανευρωπαϊκής ύφεσης, η οποία αναμφίβολα θα επηρεάσει και την Ελλάδα.

2.Από την άλλη πλευρά, οι αισιόδοξοι πιστεύουν πως όποια κυβέρνηση προκύψει από τις επόμενες εκλογές θα αναγκαστεί να λάβει γρήγορες και σημαντικές αποφάσεις, ανεξάρτητα από το πρόσκαιρο πολιτικό κόστος που μπορούν να προκαλέσουν. Θεωρούν, επίσης, πως το επίπεδο βάσης του ελληνικού ΑΕΠ είναι τόσο χαμηλό, έτσι ώστε μετά από μια βελτίωση του κλίματος θα μπορέσουν να προσελκυστούν αξιοσημείωτες επενδύσεις. Και, τέλος, πιστεύουν πως αυτό το σενάριο δεν το έχουν προεξοφλήσει οι εγχώριες αγορές μετοχών και ομολόγων, οπότε μπορεί να οδηγήσει σε υψηλά μακροπρόθεσμα κέρδη. Σύμφωνα με την ίδια άποψη, χρειάζονται επιλεκτικές τοποθετήσεις πριν από τις εκλογές σε τίτλους ισχυρών προοπτικών και παράλληλα διακράτηση υψηλού ποσοστού ρευστότητας στο χαρτοφυλάκιο.

Το γεγονός ότι το Χ.Α. δεν έχει ακόμη προεξοφλήσει την επιστροφή της οικονομίας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης προκύπτει από το γεγονός ότι ο Γενικός Δείκτης του ΧΑ έχει επιστρέψει στα επίπεδα του Ιανουαρίου του 2016, περίοδος που χαρακτηρίζεται από πλέον δύσκολες στην ιστορία του ελληνικού χρηματιστηρίου, καθώς μόλις τότε είχε ολοκληρωθεί η τρίτη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, με τους μετόχους που συμμετείχαν στις αυξήσεις κεφαλαίου να αποκτούν τα εγχώρια τραπεζικά ιδρύματα σχεδόν δωρεάν!

Επιπλέον, τότε βρισκόμασταν μόλις λίγους μήνες μετά την υπογραφή του τρίτου μνημονίου, με τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας να κινείται με αρνητικό πρόσημο και με την πλειονότητα των αναλυτών να αμφιβάλλει έντονα για το κατά πόσο η ελληνική οικονομία θα μπορέσει να σταθεροποιηθεί και να επανέλθει σταδιακά στην ομαλότητα.

Από τότε μέχρι σήμερα και με τον Γενικό Δείκτη του Χ.Α. να παραμένει στα ίδια επίπεδα:

-Οι τράπεζες (σε σχέση με τις «δωρεάν» τιμές που είχαν αποκτηθεί) έχουν καταγράψει απώλειες της τάξεως του 55%.

-Ο δείκτης μεσαίας κεφαλαιοποίησης έχει κερδίσει γύρω στο 40% (πέραν των διανεμηθέντων μερισμάτων) και ο δείκτης της χαμηλής κεφαλαιοποίησης έχει ανεβεί κατά 105% (και πάλι πέραν των διανεμηθέντων μερισμάτων).

Αυτό που γίνεται φανερό είναι πως σε σχέση με μια πολύ δύσκολη περίοδο του Χ.Α. (τις αρχές του 2016), όχι μόνο οι τράπεζες έχουν υποχρεωθεί σε νέες απώλειες, αλλά ούτε και οι υπόλοιπες μετοχές ανέκαμψαν τόσο πολύ, αν συνεκτιμηθούν οι παρακάτω παράγοντες:

1. Τόσο η κερδοφορία των εισηγμένων εταιρειών όσο και το ύψος των χρηματικών διανομών τους από το 2016 έως και το 2018 αυξήθηκαν με διψήφιο ποσοστό από έτος σε έτος.

2. Τουλάχιστον το 2016 και το 2017 ήταν χρονιές ανόδου των μετοχών στα διεθνή χρηματιστήρια.

Πηγή: www.Euro2day.gr

Asset Μanagement

VIDEO Επιλεγμένο Video