«Ξεθαρρεύουν» οι εισηγμένες εταιρείες

Γιατί πολλές εισηγμένες εταιρείες αποφάσισαν να «χαλαρώσουν τα λουριά» και να αυξήσουν τις τραπεζικές τους υποχρεώσεις. Τι δείχνουν τα στοιχεία των τελευταίων ετών. Αναλυτικοί πίνακες.

«Ξεθαρρεύουν» οι εισηγμένες εταιρείες

Το 2017 ήταν η πρώτη χρονιά μετά από αρκετά έτη όπου οι εισηγμένες εταιρείες (της Κύριας Αγοράς εκτός τραπεζών) αύξησαν αθροιστικά τις τραπεζικές τους υποχρεώσεις σε σύγκριση με την προηγούμενη χρήση, διακόπτοντας έτσι μια περίοδο απομόχλευσης και ενίσχυσης της ρευστότητάς τους. Αυτό επισήμανε ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΧΑΕ κ. Σωκράτης Λαζαρίδης σε θεσμικούς επενδυτές, προσθέτοντας πως η συγκεκριμένη εξέλιξη «δεν είναι απαραίτητα κακή».

Ειδικότερα, με βάση τα στοιχεία της ΕΧΑE (βλέπε στοιχεία δεύτερου παρατιθέμενου πίνακα), ο αθροιστικός δανεισμός αυξήθηκε από τα 28,1 δισ. του 2016 στα 29,5 δισ. ευρώ το 2017 (+5%), την ώρα που τα ταμειακά διαθέσιμα ανέβηκαν μόλις κατά 200 εκατ. ευρώ (από τα 9,4 στα 9,6 δισ.), με αποτέλεσμα ο καθαρός δανεισμός να διευρυνθεί από τα 18,7 στα 19,9 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα μάλιστα με εκτιμήσεις αναλυτών, η τάση αρκετών εισηγμένων εταιρειών να «χαλαρώσουν τα λουριά» ακολουθώντας ανετότερη πολιτική συνεχίζεται και μέσα στο 2018 και οφείλεται κυρίως σε παράγοντες, όπως:

• Η σταδιακή αποκλιμάκωση της δημοσιονομικής και μακροοικονομικής αβεβαιότητας. Όσο η ομαλότητα επιστρέφει στην πραγματική οικονομία, τόσο λιγότερα μετρητά χρειάζονται ως «ασφάλεια» οι επιχειρήσεις. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο εταιρείες να «επαναπατρίζουν» κεφάλαια από τράπεζες του εξωτερικού, προκειμένου να τα χρησιμοποιήσουν για την ανάπτυξη των εγχώριων εργασιών τους.

• Οι θετικές προσδοκίες για (έστω και περιορισμένη) αύξηση του ΑΕΠ κατά τα επόμενα χρόνια έχουν οδηγήσει αρκετές εταιρείες στο να αρχίζουν να σχεδιάζουν και να υλοποιούν κάποια επενδυτικά προγράμματα. Και αυτό, γιατί είτε επιθυμούν να εκμεταλλευθούν έγκαιρα τα «οφέλη της κρίσης», είτε γιατί επί πολλά χρόνια ανέβαλαν ωφέλιμες επενδύσεις λόγω της γενικότερης επικρατούσας αβεβαιότητας.

• Η άνοδος της ζήτησης, αλλά και η αύξηση των τιμών αρκετών πρώτων υλών (πχ πετρέλαιο, μέταλλα) ανέβασε τις ανάγκες για κεφάλαιο κίνησης σε αρκετούς οικονομικούς κλάδους.

• Εδώ και αρκετά χρόνια παρατηρούνται οι ολοένα και μεγαλύτερες χρηματικές διανομές των εισηγμένων εταιρειών προς τους μετόχους τους. «Τώρα που αποκαθίσταται η ομαλότητα, μοιράζουμε στους μετόχους μας όσα χρήματα δικαιούνταν εδώ και κάποια χρόνια, αλλά εμείς διστάζαμε να τους τα διανείμουμε» αναφέρει χαρακτηριστικά οικονομικός διευθυντής εισηγμένης εταιρείας. Όπως προκύπτει από τον πρώτο παρατιθέμενο πίνακα, από το 2014 και μετά, αυξάνονται οι χρηματικές διανομές (μερίσματα και επιστροφές κεφαλαίου) προς τους μετόχους, εξέλιξη που όλα δείχνουν πως θα συνεχιστεί και φέτος (μέση τρέχουσα μερισματική απόδοση μη τραπεζικών τίτλων άνω του 3%).

• Και φυσικά, η παράλληλα άνοδος των λειτουργικών κερδών των εισηγμένων εταιρειών (EBITDA) που επιτρέπει στο δανεισμό να ανεβαίνει, χωρίς ωστόσο να επιδεινώνονται οι δείκτες ρευστότητας. Για παράδειγμα, ο δείκτης «καθαρό χρέος προς EBITDA» διατηρήθηκε το 2017 στα ίδια περίπου επίπεδα με αυτά του 2016, ακριβώς (από 2,25 σε 2,26) επειδή παρατηρήθηκε άνοδος του EBITDA κατά 6%.

Γενικότερα, οι εκτός τραπεζών εισηγμένες έχουν καταφέρει κατά τα τελευταία χρόνια (και έως το 2016) να αυξάνουν τα λειτουργικά τους κέρδη (EBITDA) και παράλληλα να συγκρατούν τον καθαρό τους δανεισμό (σύνολο δανεισμού μείον διαθέσιμα) βελτιώνοντας έτσι την εικόνα του δείκτη «καθαρό χρέος προς EBITDA».

Ως αποτέλεσμα, ο δείκτης αυτός βρίσκεται κατά μέσο όρο (αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν πολλές εισηγμένες με σοβαρά προβλήματα) σε αρκετά ικανοποιητικά επίπεδα. Έτσι, ακόμη και πιθανή πολιτική αύξησης του καθαρού δανεισμού ως απόλυτο αριθμό κατά τα επόμενα χρόνια, ενδεχομένως να μην επηρεάσει σημαντικά το δείκτη ρευστότητας «καθαρό χρέος προς EBITDA», σε περίπτωση που παρατηρηθεί παράλληλα και βελτίωση των λειτουργικών επιδόσεων των εισηγμένων εταιρειών.

 

Πηγή: www.Euro2day.gr

Asset Μanagement

VIDEO Επιλεγμένο Video