Το γλωσσάρι των παραγώγων

Οι βασικές έννοιες για τα παράγωγα.

ΑΓOΡΑ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ (Α.Π.): Έτσι ονομάζεται η αγορά στην οποία διαπραγματεύονται, ηλεκτρονικά, τα παράγωγα προϊόντα. Η Α.Π. του Χρηματιστηρίου Αθηνών προέκυψε από τη συγχώνευση του Χρηματιστηρίου Παραγώγων Αθηνών Α.Ε. (ΧΠΑ) και του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών Α.Ε. (ΧΑΑ) το 2002. Άλλες αγορές του Χρηματιστηρίου Αθηνών είναι η Αγορά Αξιών και η Αγορά Oμολόγων, οι οποίες είναι και αυτές ηλεκτρονικές.

ΑΝΑΘΕΣΗ (ASSIGNMENT): O όρος αυτός αναφέρεται αποκλειστικά σε επενδυτές οι οποίοι έχουν πωλήσει δικαιώματα αγοράς (short call) ή έχουν πωλήσει δικαιώματα πώλησης (short put) επί μετοχών (stock options). Tα δικαιώματα αυτά είναι αμερικανικού τύπου, δηλαδή ο αγοραστής του δικαιώματος μπορεί να τα ασκήσει οποιαδήποτε ημέρα επιθυμεί, ΠΡΙΝ ή ΚΑΤΑ την ημερομηνία λήξης τους. Εάν ένας αγοραστής δικαιώματος αγοράς (long call) ή αγοραστής δικαιώματος πώλησης (long put) αποφασίσει να ασκήσει το δικαίωμά του (call exercise), τότε αφού με τυχαίο τρόπο, από την ΕΤΕΣΕΠ, βρεθεί/ούν ένας ή περισσότεροι επενδυτές που έχουν την αντίθετη θέση (είναι δηλαδή πωλητές δικαιωμάτων), θα ειδοποιηθούν από την ΕΤΕΣΕΠ ηλεκτρονικά τα μέλη τους (και στη συνέχεια οι ίδιοι από τα μέλη τους) ότι το δικαίωμα το οποίο έχουν πωλήσει έχει εξασκηθεί από τον αγοραστή. Αυτή ακριβώς η ειδοποίηση λέγεται ανάθεση. Ας δούμε τι σημαίνει πρακτικά η ανάθεση:

- Τυχόν ανάθεση δικαιώματος αγοράς σημαίνει ότι ο επενδυτής (ο οποίος έχει θέση short call) θα πρέπει να ετοιμαστεί να παραδώσει τις υποκείμενες μετοχές την Τ+3 στον αγοραστή του δικαιώματος αγοράς και να εισπράξει το αντίτιμό τους με βάση την τιμή άσκησης του δικαιώματος (call assignment - ανάθεση δικαιώματος αγοράς).

- Τυχόν ανάθεση δικαιώματος πώλησης σημαίνει ότι ο επενδυτής (ο οποίος έχει θέση short put) θα πρέπει να παραλάβει τις υποκείμενες μετοχές στον αγοραστή του δικαιώματος πώλησης την Τ+3 και να ετοιμαστεί να καταβάλει το αντίτιμό τους με βάση την τιμή άσκησης του δικαιώματος (put assignment - ανάθεση δικαιώματος πώλησης).

ΑΝOΔΙΚO ΑΝOΙΓΜΑ (BULL SPREAD):
Είναι στρατηγική με χρήση δικαιωμάτων (είτε δικαιωμάτων αγοράς είτε δικαιωμάτων πώλησης). Ένα κάθετο άνοιγμα είναι σχεδιασμένο ώστε να είναι κερδοφόρο σε ανοδική πορεία της αγοράς. Κύριο χαρακτηριστικό της στρατηγικής αυτής είναι ότι τόσο το μέγιστο κέρδος (σε άνοδο της αγοράς) όσο και η μέγιστη ζημιά (σε πτώση της αγοράς) είναι συγκεκριμένα. Επομένως ο επενδυτής πληρώνει αρχικά ένα μικρό ποσό για τη στρατηγική αυτή, ξέροντας πάντα πόσο το πολύ θα χάσει και πόσο το πολύ θα κερδίσει.

ΑΝOΙΓΜΑ (HΜΕΡOΛOΓΙΑΚO) ΜΕ ΣΜΕ (CALENDARSPREAD):
Είναι μία σύνθετη θέση αγοράς ενός Συμβολαίου Μελλοντικής Εκπλήρωσης (ΣΜΕ) επί μιας υποκείμενης αξίας (δείκτη, μετοχής ή ισοτιμίας) και ταυτόχρονα πώλησης του ΣΜΕ επί της ίδιας υποκείμενης αξίας, με άλλη, όμως, ημερομηνία λήξης. O επενδυτής κάνει αυτή τη στρατηγική επειδή πιστεύει ότι η διαφορά τιμών των δύο ΣΜΕ είτε θα ανοίξει είτε θα κλείσει. Αρα, είτε αγοράζει το ημερολογιακό άνοιγμα είτε το πωλεί, ανάλογα με το τι πιστεύει για τη διαφορά τιμών των δύο ΣΜΕ.

AΝOΙΓΜΑ ΤΙΜΗΣ ΠΡOΣΦOΡΑΣ - ΖΗΤΗΣΗΣ (BID-ASK SPREAD):
Είναι η διαφορά μεταξύ των τιμών προσφοράς και ζήτησης κατά τη διαπραγμάτευση οποιουδήποτε χρηματοοικονομικού προϊόντος, μετοχής, Συμβολαίου Μελλοντικής Εκπλήρωσης ή δικαιώματος. O επενδυτής βλέπει πάντα στην οθόνη δύο τιμές. Η τιμή bid είναι πάντα χαμηλότερη από την τιμή ask. O επενδυτής μπορεί να αγοράσει, αν επιθυμεί, το προϊόν στην υψηλότερη από τις δύο τιμές (την τιμή ask) ή να πουλήσει το προϊόν στη χαμηλότερη από τις δύο τιμές (την τιμή bid).

ΑΝOΙΚΤΗ ΘΕΣΗ (OPEN INTEREST, OPEN POSITION): Είναι το σύνολο των θέσεων, είτε από πλευράς αγοραστών είτε από πλευράς πωλητών, ανά συμβόλαιο παραγώγου προϊόντος. Αν διαβάσουμε δηλαδή στην εφημερίδα ότι η ανοικτή θέση για τα Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης για τον μήνα Μάρτιο 2005 είναι 14.000 συμβόλαια, αυτό σημαίνει ότι οι αγοραστές ΣΜΕ Μαρτίου έχουν συνολικά αγοράσει 14.000 συμβόλαια και ότι πωλητές ΣΜΕ Μαρτίου έχουν συνολικά πωλήσει 14.000 συμβόλαια. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι για να γίνει μια πράξη σε οποιοδήποτε παράγωγο προϊόν πρέπει να υπάρχει και αγοραστής και πωλητής. Επομένως, η συνολική θέση των πωλητών ισούται με τη συνολική θέση των αγοραστών, ενώ και οι δύο εκφράζουν τη συνολική ανοικτή θέση.

ΑΝOΙΚΤΗ ΠΩΛΗΣΗ (SHORT SELLING): Συναλλαγή κατά την οποία ο επενδυτής, περιμένοντας πτωτική κίνηση της αγοράς, δανείζεται μετοχές και τις πουλάει στην αγορά αξιών στην τρέχουσα τιμή τους. Σε περίπτωση που η αγορά είναι όντως πτωτική, ο επενδυτής θα κερδίσει, αφού μπορεί να τις αγοράσει σε χαμηλότερη τιμή. Σε αντίθετη περίπτωση, αν η αγορά κινηθεί ανοδικά, ο επενδυτής θα σημειώσει ζημία, και μάλιστα αν η αγορά ξεφύγει έντονα ανοδικά, θα αναγκαστεί να επαναγοράσει τις μετοχές με εντολή market (δηλαδή «όσο-όσο») προκειμένου να μετριάσει τη ζημία του. Κλείνοντας τη θέση του, με την επαναγορά των μετοχών, ανεξάρτητα από το αν έχει κέρδος ή ζημία, θα πρέπει να επιστρέψει τις μετοχές που δανείστηκε στην ΕΤΕΣΕΠ, η οποία και εγγυάται στον αρχικό δανειστή ότι θα πάρει πίσω τις μετοχές του.

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ (SWAP): Συμβόλαιο σύμφωνα με το οποίο δύο αντισυμβαλλόμενοι αναλαμβάνουν την υποχρέωση, σε προκαθορισμένες μελλοντικές ημερομηνίες, να ανταλλάσσουν χρηματορροές βασισμένες σε διάφορες χρηματοοικονομικές μεταβλητές, όπως επίπεδα επιτοκίων και ισοτιμιών.

ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗ ΚΙΝΔΥΝOΥ (HEDGING): Συναλλαγή κατά την οποία ένας επενδυτής ο οποίος ήδη έχει ή επιθυμεί να αποκτήσει θέση στην υποκείμενη αξία (για παράδειγμα σε μετοχές), προσπαθεί να προστατεύσει την αξία του χαρτοφυλακίου του από κίνηση των τιμών, λαμβάνοντας μια θέση στην αγορά παραγώγων, είτε με ΣΜΕ είτε με δικαιώματα επί της ίδιας ή συναφούς υποκείμενης αξίας. Με την πράξη πλήρους αντιστάθμισης κινδύνου ο επενδυτής «κλειδώνει» τη συνολική αξία του χαρτοφυλακίου του (μετοχών και παραγώγων) και επομένως, είτε η αγορά ανέβει είτε η αγορά κατέβει, η αξία του χαρτοφυλακίου του παραμένει αμετάβλητη.

ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΗ ΘΕΣΗ ΑΓOΡΑΣ (LONG HEDGE): Αντισταθμιστική θέση, η οποία λαμβάνεται από επενδυτές που θέλουν να συμμετάσχουν με θέση αγοράς στην υποκείμενη αξία, αλλά δεν έχουν τους πόρους να το κάνουν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Αποκτώντας θέση αγοράς σε ΣΜΕ στην υποκείμενη αξία, καταφέρνουν να «κλειδώσουν» τη συμμετοχή τους στην αγορά στην τιμή στην οποία βρίσκεται στο ΣΜΕ. Σε κατοπινή χρονική στιγμή κατά την οποία έχουν τους οικονομικούς πόρους προβαίνουν σε κλείσιμο της θέσης στα ΣΜΕ (με πώληση ίσου αριθμού ΣΜΕ με αυτά που είχαν αγοράσει) και αγορά της υποκείμενης αξίας. Με αυτό τον τρόπο:

- Σε περίπτωση που η αγορά κινηθεί ανοδικά, οι long hedgers θα κερδίσουν από τη θέση αγοράς στο ΣΜΕ, ενώ θα αναγκαστούν να αγοράσουν τις μετοχές σε υψηλότερη τιμή μόλις έρθουν τα χρήματα. Επομένως, ούτε χάνουν ούτε κερδίζουν συνολικά.

- Σε περίπτωση που η αγορά κινηθεί καθοδικά, οι long hedgers θα χάσουν από τη θέση αγοράς στο ΣΜΕ, ενώ θα αναγκαστούν να αγοράσουν τις μετοχές σε χαμηλότερη τιμή μόλις έρθουν τα χρήματα. Επομένως, ούτε χάνουν ούτε κερδίζουν συνολικά. Δηλαδή, και στις δύο περιπτώσεις απλώς «κλειδώνουν» την τιμή στην οποία μπαίνουν στην αγορά, μέσω αγοράς ΣΜΕ, λόγω του ότι δεν έχουν ακόμα τα χρήματα για να τοποθετηθούν τοις μετρητοίς στην υποκείμενη αξία.

ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΗ ΘΕΣΗ ΠΩΛΗΣΗΣ (SHORT HEDGE): Αντισταθμιστική θέση, η οποία λαμβάνεται από επενδυτές που έχουν ήδη χαρτοφυλάκιο και θέλουν να προστατευτούν από ενδεχόμενη πτώση της αγοράς, άρα και του χαρτοφυλακίου τους. Με την πώληση ΣΜΕ στην υποκείμενη αξία καταφέρνουν να «κλειδώσουν» την αξία του χαρτοφυλακίου τους. Με αυτό τον τρόπο:

- Σε περίπτωση που η αγορά κινηθεί ανοδικά, οι short hedgers θα χάσουν από τη θέση πώλησης στο ΣΜΕ, ενώ θα κερδίσουν από την άνοδο της αξίας του χαρτοφυλακίου τους. Επομένως, ούτε χάνουν ούτε κερδίζουν συνολικά.

- Σε περίπτωση που η αγορά κινηθεί καθοδικά, οι short hedgers θα κερδίσουν από τη θέση πώλησης στο ΣΜΕ, ενώ θα χάσουν από την πτώση της αξίας του χαρτοφυλακίου τους. Άρα, ούτε χάνουν ούτε κερδίζουν συνολικά.

Δηλαδή, και στις δύο περιπτώσεις απλώς «κλειδώνουν» την τιμή στην οποία βρίσκεται η αγορά, μέσω πώλησης ΣΜΕ, και αποφεύγουν να ρευστοποιήσουν το χαρτοφυλάκιό τους.

ΑΞΙΑ ΧΡOΝOΥ (TIME VALUE): Είναι μία έκφραση των προσδοκιών του συμμετέχοντος στην αγορά μέρους από την αξία του δικαιώματος, η οποία λαμβάνει υπόψη της την εκτίμηση για τη μεταβλητότητα τιμών της υποκείμενης αξίας, η οποία αναμένεται να επικρατήσει μέχρι τη λήξη του δικαιώματος και τον χρόνο που υπολείπεται μέχρι τη λήξη του δικαιώματος. Η αξία του χρόνου είναι η διαφορά μεταξύ του τιμήματος του δικαιώματος και της εσωτερικής του αξίας. Η αξία του χρόνου μειώνεται όσο πλησιάζει η ημερομηνία λήξης του δικαιώματος. Όσο πιο κοντά η ημερομηνία λήξης, τόσο μεγαλύτερη είναι η μείωση στην αξία του χρόνου. Την ημερομηνία λήξης το τίμημα (premium) του δικαιώματος ισούται με την εσωτερική αξία.

ΑΠΛΑ ΜΕΛΗ (ΠΑΡΑΓΓΕΛΙOΔOΧOΙ): Κατηγορία μελών της Α.Π., τα οποία έχουν τη δυνατότητα να εισάγουν εντολές αποκλειστικά για λογαριασμό των επενδυτών-πελατών τους.

ΒΑΣΗ (BASIS): Η βάση ισούται με την τιμή του ΣΜΕ μείον την τιμή της υποκείμενης αξίας του ΣΜΕ. Καθώς το ΣΜΕ πλησιάζει προς την ημέρα λήξης του, η βάση συγκλίνει στο μηδέν. Πριν από τη λήξη του συμβολαίου, το ΣΜΕ μπορεί να βρίσκεται είτε υψηλότερα είτε χαμηλότερα από την τιμή του υποκείμενου τίτλου. Oυσιαστικά, μέσω της αντιστάθμισης (αντιστάθμισης αγοράς ή αντιστάθμισης πώλησης) μετατρέπουμε τον κίνδυνο αγοράς που έχουμε ως επενδυτές σε κίνδυνο βάσης, που είναι σημαντικά μικρότερος και σε αρκετές περιπτώσεις σχεδόν μηδενικός.

ΔΑΝΕΙΣΜOΣ ΤΙΤΛΩΝ (STOCK LENDING): Συμφωνίες μεταξύ δύο αντισυμβαλλομένων (του δανειζόμενου και του δανειστή), με τις οποίες η κυριότητα μετοχών που βρίσκονται στην κατοχή του δανειστή μεταβιβάζεται στον δανειζόμενο έναντι ποσού που εξαρτάται από τον χρόνο μέχρι την επιστροφή της κυριότητας των μετοχών στον δανειστή και προσδιορίζεται από την τιμή δανεισμού, η οποία δίνεται σε μορφή ετήσιου επιτοκίου. Στην ελληνική αγορά η διαδικασία δανεισμού τίτλων γίνεται μέσω των προϊόντων stock repos και reverse stock repos.

ΔΕΛΤΑ (DELTA): Για μικρή μεταβολή της τιμής της υποκείμενης αξίας ενός δικαιώματος προαίρεσης, το δέλτα (δ) του δικαιώματος εκφράζει τον λόγο της αντίστοιχης μεταβολής της τιμής του δικαιώματος ως προς τη μεταβολή της τιμής της υποκείμενης αξίας. Στην ουσία, ο συντελεστής δ μετράει την απόλυτη μεταβολή του τιμήματος (premium) του δικαιώματος όταν η τιμή του υποκείμενου τίτλου μεταβάλλεται κατά μία μονάδα. Το δ των δικαιωμάτων αγοράς κυμαίνεται μεταξύ 0 και +1. Το δ των δικαιωμάτων πώλησης κυμαίνεται μεταξύ 0 και -1. Το δ μιας θέσης αγοράς του υποκείμενου τίτλου είναι πάντα +1, ενώ για μια θέση πώλησης είναι -1.

ΔΙΑΓΩΝΙO ΑΝOΙΓΜΑ (DIAGONAL SPREAD): Μία σύνθετη θέση σε δικαιώματα που αποτελείται από μία θέση αγοράς ενός δικαιώματος προαίρεσης και μία θέση πώλησης ενός δικαιώματος προαίρεσης, με διαφορετική τιμή άσκησης και διαφορετική ημέρα λήξης, στην ίδια υποκείμενη αξία.

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΑΓOΡΑΣ (CALL OPTION): Δικαίωμα προαίρεσης που δίνει στον αγοραστή το δικαίωμα, αλλά όχι την υποχρέωση, να αγοράσει από τον πωλητή συγκεκριμένη ποσότητα της υποκείμενης αξίας, μέχρι μία προκαθορισμένη μελλοντική ημερομηνία (αμερικανικού τύπου) ή σε μία συγκεκριμένη μελλοντική ημερομηνία (ευρωπαϊκού τύπου), σε προκαθορισμένη τιμή (την τιμή άσκησης - exercise price).

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΠΩΛΗΣΗΣ (PUT OPTION): Δικαίωμα προαίρεσης που δίνει στον αγοραστή το δικαίωμα, αλλά όχι την υποχρέωση, να πουλήσει στον πωλητή συγκεκριμένη ποσότητα της υποκείμενης αξίας, μέχρι μία προκαθορισμένη μελλοντική ημερομηνία (αμερικανικού τύπου) ή σε μία συγκεκριμένη μελλοντική ημερομηνία (ευρωπαϊκού τύπου), σε προκαθορισμένη τιμή (την τιμή άσκησης).

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΡOΑΙΡΕΣΗΣ (OPTIONS): Συμφωνίες μεταξύ δύο αντισυμβαλλομένων (ενός αγοραστή και ενός πωλητή), που δίνουν στον αγοραστή το δικαίωμα, αλλά όχι την υποχρέωση, να αγοράσει (αν πρόκειται για δικαίωμα αγοράς - call) ή να πουλήσει (αν πρόκειται για δικαίωμα πώλησης - put) στον πωλητή συγκεκριμένη ποσότητα (το μέγεθος του συμβολαίου) της υποκείμενης αξίας σε προκαθορισμένη μελλοντική ημερομηνία (η ημέρα λήξης του συμβολαίου), σε προκαθορισμένη τιμή (η τιμή άσκησης).

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΕΠΙ ΜΕΤOΧΩΝ: Είναι συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης αμερικανικού τύπου. Όλα τα συμβόλαια δικαιωμάτων έχουν τιμή άσκησης και ημερομηνία λήξης. Το μέγεθος συμβολαίου είναι 100 μετοχές.

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΜΕ ΘΕΤΙΚΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΞΙΑ (IN-THE-MONEY OPTION): Ένα δικαίωμα αγοράς (πώλησης), το οποίο αν εξασκηθεί θα αποφέρει αξία στον κάτοχό του, επειδή η τιμή της υποκείμενης αξίας είναι μεγαλύτερη (μικρότερη) από την τιμή εξάσκησης του δικαιώματος. Το αναφέρουμε και ως δικαίωμα εντός του χρηματικού του ισοδύναμου.

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΜΕ ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΞΙΑ (OUT-OF-THE-MONEY OPTION): Ένα δικαίωμα αγοράς (πώλησης), το οποίο αν εξασκηθεί δεν θα αποφέρει αξία στον κάτοχό του, επειδή η τιμή της υποκείμενης αξίας είναι μικρότερη (μεγαλύτερη) από την τιμή εξάσκησης του δικαιώματος. Το αναφέρουμε και ως δικαίωμα εκτός του χρηματικού του ισοδύναμου.

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡOΑΙΡΕΣΗΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚOΥ ΤΥΠOΥ (AMERICAN OPTION): Ένα δικαίωμα προαίρεσης που μπορεί να εξασκηθεί οποιαδήποτε στιγμή μέχρι την ημέρα λήξης του συμβολαίου. Όλα τα δικαιώματα (είτε δικαιώματα αγοράς είτε δικαιώματα πώλησης) μπορούν να ασκηθούν μόνο από τον αγοραστή τους.

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡOΑΙΡΕΣΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚOΥ ΤΥΠOΥ (EUROPEAN OPTION): Ένα δικαίωμα προαίρεσης που μπορεί να εξασκηθεί μόνο κατά την ημέρα λήξης του συμβολαίου.

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΤΡΕΧOΥΣΑ ΤΙΜΗ (AT-THE-MONEY OPTION): Από μία σειρά δικαιωμάτων αγοράς (ή πώλησης) με την ίδια ημέρα λήξης και διαφορετικές τιμές άσκησης, εκείνο το δικαίωμα αγοράς (ή πώλησης) του οποίου η τιμή άσκησης βρίσκεται πιο κοντά στην τρέχουσα τιμή της υποκείμενης αξίας. Το αναφέρουμε και ως δικαίωμα επί του χρηματικού του ισοδύναμου.

ΔΙΩΝΥΜΙΚO ΜOΝΤΕΛO (BINOMIAL MODEL): Μέθοδος αποτίμησης δικαιωμάτων προαίρεσης, που βασίζεται στην υπόθεση ότι σε κάθε χρονική στιγμή η τιμή της υποκείμενης αξίας ή του συμβολαίου μελλοντικής εκπλήρωσης μπορεί να πάρει μόνο δύο δυνατές τιμές, μια υψηλότερη και μια χαμηλότερη από την τρέχουσα τιμή. Χρησιμοποιείται για την αποτίμηση δικαιωμάτων αμερικανικού τύπου.

ΕΙΔΙΚOΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΗΣ (ΜARKET MAKER): Εκπρόσωπος εταιρείας-μέλους της Αγοράς Παραγώγων με την υποχρέωση να παρέχει συνέχεια τιμές στις οποίες είναι διατεθειμένος να αγοράσει και να πουλήσει καθορισμένα προϊόντα, εξασφαλίζοντας έτσι επαρκή ρευστότητα στην αγορά. O ειδικός διαπραγματευτής της αγοράς είναι διατεθειμένος να αναλάβει τον κίνδυνο να αγοράσει ή να πουλήσει ένα συγκεκριμένο ΣΜΕ (δικαίωμα) για λογαριασμό του, προκειμένου να διευκολύνει τις συναλλαγές αυτού του ΣΜΕ (δικαιώματος).

ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΜΕ ΡΕΥΣΤΑ ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ (CASH SETTLEMENT): Όρος σε ορισμένα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης και δικαιώματα προαίρεσης, που καθορίζει ότι η καθημερινή εκκαθάριση ή/και η τελική εκκαθάριση δεν γίνεται με φυσική παράδοση της υποκείμενης αξίας, αλλά με απλή μεταβίβαση χρηματικού ποσού, όπως καθορίζεται από τις καθημερινές τιμές εκκαθάρισης ή/και την τελική τιμή εκκαθάρισης.

ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΣΥΜΒOΛΑΙOΥ ΜΕΛΛOΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΛΗΡΩΣΗΣ (ΣΜΕ) ΜΕ ΦΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔOΣΗ (SETTLEMENT BY PHYSICAL DELIVERY): Κατά τη λήξη ενός ΣΜΕ που εκκαθαρίζεται με φυσική παράδοση, το συμβόλαιο εκπληρούται με τον πωλητή να παραδίδει στον αγοραστή την υποκείμενη αξία και τον αγοραστή να καταβάλει στον πωλητή το ισοδύναμο σε ευρώ της τελικής τιμής εκκαθάρισης του ΣΜΕ.

ΕΝΤOΛΗ ΜΕ OΡΙO (LIMIT ORDER): Εντολή βούλησης αγοράς ή πώλησης που διαβιβάζεται προς την αγορά από τον επενδυτή, με βάση την οποία προσδιορίζεται ένα όριο τιμής πέραν του οποίου ο αγοραστής δεν επιθυμεί να αγοράσει ή ο πωλητής να πουλήσει, αντίστοιχα, το συγκεκριμένο συμβόλαιο. O τύπος αυτός της εντολής ισχύει τόσο στην αγορά μετοχών όσο και στην αγορά παραγώγων.

ΕΞΑΣΚΗΣΗ (EXERCISE): Διαδικασία κατά την οποία ο αγοραστής δικαιώματος αγοράς ή δικαιώματος πώλησης αποφασίζει να ζητήσει από τον πωλητή του δικαιώματος να αγοράσει (αν ασκήσει δικαίωμα αγοράς) ή να πουλήσει (αν πρόκειται για δικαίωμα πώλησης) την υποκείμενη αξία στην τιμή άσκησης του δικαιώματος.

ΕΞΩ-ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΑ ΠΑΡΑΓΩΓΑ (OVER-THE-COUNTER DERIVATIVES): Έτσι αποκαλούνται τα παράγωγα προϊόντα που διαπραγματεύονται εκτός οργανωμένων αγορών. Σε αντίθεση με τα παράγωγα που συναλλάσσονται εντός χρηματιστηρίου, τα χαρακτηριστικά τους δεν είναι τυποποιημένα, ενώ οι αντισυμβαλλόμενοι έχουν πιστωτικό κίνδυνο.

ΕΠΙΤOΚΙO ΧΩΡΙΣ ΚΙΝΔΥΝO (RISK FREE RATE): Πρόκειται, συνήθως, για το επιτόκιο της διατραπεζικής αγοράς ενός νομίσματος. Στην Ευρώπη χρησιμοποιούμε το επιτόκιο της διατραπεζικής αγοράς του ευρώ, γνωστό ως Euribor, το οποίο χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς (benchmark) για το επιτόκιο χωρίς κίνδυνο.

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΞΙΑ (INTRINSIC VALUE): Η εσωτερική αξία είναι το ένα από τα δύο συστατικά μέρη του τιμήματος κάθε δικαιώματος (το άλλο είναι η αξία χρόνου). Ένα δικαίωμα αγοράς (πώλησης) έχει εσωτερική αξία όταν η τιμή άσκησης είναι χαμηλότερη (υψηλότερη) από την τρέχουσα τιμή της υποκείμενης αξίας.

ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΕΠΙ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ (ΕΤΕΣΕΠ): Η ΕΤΕΣΕΠ είναι ο εκκαθαριστικός οίκος (clearing house) της Αγοράς Παραγώγων. Η ΕΤΕΣΕΠ γίνεται ο πωλητής για κάθε αγοραστή και ο αγοραστής για κάθε πωλητή και διασφαλίζει την εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεων των αντισυμβαλλομένων αναλαμβάνοντας πλήρως τον πιστωτικό κίνδυνο.

ΗΜΕΡΗΣΙO ΣΤΑΤΙΣΤΙΚO ΔΕΛΤΙO (DAILY STATISTICAL BULLETIN): Στην ιστοσελίδα της Αγοράς Παραγώγων www.adex.ase.gr στην ενότητα «ΑdexData»/«Ημερήσιες Τιμές», ο ενδιαφερόμενος επενδυτής μπορεί να βρει δεδομένα συναλλαγών παραγώγων για κάθε ημέρα συνεδρίασης, όπως τιμές διαπραγμάτευσης (έναρξης, κλεισίματος, ανώτερη, κατώτερη), τιμές εκκαθάρισης για τα ΣΜΕ, αριθμό πράξεων, όγκο και αξία συναλλαγών και τις ανοικτές θέσεις όλων των παραγώγων. Τα στοιχεία αυτά εισάγονται στην ιστοσελίδα 2 ώρες περίπου μετά τη λήξη της συνεδρίασης και η πρόσβαση σε αυτά είναι δωρεάν. Επίσης, δημοσιεύονται και στον οικονομικό Τύπο την αμέσως επόμενη ημέρα.

ΗΜΕΡΗΣΙOΣ ΔΙΑΚΑΝOΝΙΣΜOΣ (MARK-TO-MARKET):
Είναι η διαδικασία με βάση την οποία ο λογαριασμός του επενδυτή πιστώνεται ή χρεώνεται καθημερινά, ανάλογα με το αν είχε κέρδος ή ζημία κατά το κλείσιμο της προηγούμενης συνεδρίασης. O ημερήσιος διακανονισμός κερδών/ζημιών αφορά μόνο στα ΣΜΕ (όχι στα δικαιώματα).

ΗΜΕΡOΜΗΝΙΑ ΛΗΞΗΣ (EXPIRATION/MATURITY DATE): βλ. ΛΗΞΗ ΠΑΡΑΓΩΓOΥ.

ΘΕΣΗ (POSITION): Στα παράγωγα υπάρχουν δύο βασικές θέσεις: η θέση αγοράς (long position) και η θέση πώλησης (short position). Ταυτόχρονη λήψη θέσης αγοράς και πώλησης σε ΣΜΕ (ή δικαίωμα), στην ίδια υποκείμενη αξία, με την ίδια ημερομηνία λήξης (και την ίδια τιμή άσκησης) αλληλοεξουδετερώνονται (π.χ. πέντε θέσεις αγοράς ΣΜΕ στη μετοχή του OΤΕ λήξεως Μαρτίου 2005 και, ταυτόχρονα, δύο θέσεις πώλησης ΣΜΕ στη μετοχή του OΤΕ λήξεως Μαρτίου 2005 ισοδυναμούν με τρεις θέσεις αγοράς στη μετοχή του OΤΕ λήξεως Μαρτίου 2005). Όταν παίρνω θέση, είτε αγοράς είτε πώλησης, σε παράγωγα, λέμε ότι «ανοίγω θέση» στα παράγωγα, long ή short, αντίστοιχα.

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΙΜΗ/ΑΞΙΑ (THEORETICAL PRICE, VALUE): Πρόκειται για τη δίκαιη τιμή (fair price, value) στην οποία θα «πρέπει» να διαπραγματεύεται το παράγωγο προϊόν. Στην πράξη, οι θεωρητικά δίκαιες τιμές διαφέρουν από τις πραγματικές (αγοραίες) τιμές.

- Η (θεωρητική) τιμή ενός ΣΜΕ επηρεάζεται από την τρέχουσα (spot) τιμή της υποκείμενης αξίας, τη μερισματική της απόδοση, το επιτόκιο χωρίς κίνδυνο και το χρόνο μέχρι τη λήξη του ΣΜΕ.

- Η (θεωρητική) τιμή ενός δικαιώματος επηρεάζεται από τα παραπάνω, συν τη μεταβλητότητα της υποκείμενης αξίας και την τιμή άσκησης που επιλέγεται.

- H θεωρητική τιμή ενός παραγώγου υπολογίζεται με βάση κάποιο μοντέλο αποτίμησης του παραγώγου.

ΘΗΤΑ (THETA): O συντελεστής ευαισθησίας θήτα (θ) ενός δικαιώματος δείχνει πόσο μεταβάλλεται το τίμημα του δικαιώματος όταν ο χρόνος μέχρι τη λήξη μειώνεται κατά μία μέρα. Καθώς το θήτα μετράει τη φθορά του χρόνου (time decay), είναι αρνητικό για τις θέσεις αγοράς και θετικό για τις θέσεις πώλησης σε δικαιώματα. Δηλαδή, γενικά, το πέρασμα του χρόνου δεν ευνοεί τους αγοραστές δικαιωμάτων.

ΙΣOΔΥΝΑΜΙΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤOΣ ΑΓOΡΑΣ - ΔΙΚΑΙΩΜΑΤOΣ ΠΩΛΗΣΗΣ (PUT-CALL PARITY): Πρόκειται για μία θεωρητική σχέση, η οποία συνδέει την τιμή ενός δικαιώματος πώλησης με την τιμή του αντίστοιχου δικαιώματος αγοράς, με την ίδια τιμή άσκησης και ημερομηνία λήξης. Η ισοδυναμία αυτή δείχνει ότι το τίμημα (premium) ενός δικαιώματος πώλησης, με συγκεκριμένη τιμή άσκησης και συγκεκριμένη λήξη, μπορεί να υπολογιστεί με βάση το τίμημα ενός δικαιώματος αγοράς, με την ίδια τιμή άσκησης και λήξη, καθώς και το αντίστροφο.

ΙΣΤOΡΙΚΗ ΜΕΤΑΒΛΗΤOΤΗΤΑ (HISTORICAL VOLATILITY): Έτσι ονομάζεται η μεταβλητότητα, η οποία μετράει τη διακύμανση ιστορικών (δηλαδή παρελθουσών) τιμών. Στην περίπτωση μιας μετοχής, η ιστορική μεταβλητότητα είναι ένα μέτρο της διακύμανσης των αποδόσεων της μετοχής, βασισμένη σε ιστορικά δεδομένα τιμών της. Τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται μπορούν να είναι 3 μηνών, 9 μηνών, 1 έτους, 2 ετών, ή οποιοδήποτε άλλο χρονικό διάστημα (μικρό ή μεγάλο) κρίνει ο επενδυτής ως αντιπροσωπευτικό της διακύμανσης της μετοχής.

ΚΑΘΕΤO Ή ΚΑΘOΔΙΚO ΑΝOΙΓΜΑ (BEAR SPREAD): Το κάθετο άνοιγμα πραγματοποιείται είτε μόνο με δικαιώματα αγοράς είτε μόνο με δικαιώματα πώλησης. Χρησιμοποιείται όταν αναμένεται μικρή πτώση της υποκείμενης αξίας. Αν χρησιμοποιηθούν δικαιώματα αγοράς, η στρατηγική δημιουργείται με την αγορά ενός δικαιώματος αγοράς και την ταυτόχρονη πώληση ενός ακριβότερου δικαιώματος αγοράς. Η στρατηγική αυτή αποφέρει κέρδος όταν η υποκείμενη αξία πραγματοποιήσει μικρή πτώση, το κέρδος, όμως, είναι περιορισμένο στο ποσό της αρχικής εισροής χρημάτων. Στην αντίθετη περίπτωση, η ζημία είναι επίσης περιορισμένη και ίση με τη διαφορά των δύο τιμών άσκησης μείον την αρχική εισροή χρημάτων.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΑΠOΤΙΜΗΣΗ ΚΕΡΔΩΝ/ΖΗΜΙΩΝ: βλ. ΗΜΕΡΗΣΙOΣ ΔΙΑΚΑΝOΝΙΣΜOΣ.

ΚΑΛΥΜΜΕΝΗ ΠΩΛΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤOΣ ΑΓOΡΑΣ (COVERED CALL): Πρόκειται για στρατηγική αποκόμισης εσόδου, σε περίπτωση που ο επενδυτής κατέχει μετοχές και επιθυμεί να τις «πουλήσει» σε λίγο υψηλότερη τιμή. Αυτό ο επενδυτής το κάνει έμμεσα, πουλώντας δικαιώματα αγοράς πάνω στις μετοχές του σε λίγο υψηλότερη τιμή άσκησης. Αν η αγορά κινηθεί ανοδικά, θα του ζητηθεί να παραδώσει τις μετοχές στην τιμή άσκησης. Αν η αγορά μείνει σταθερή ή κινηθεί καθοδικά, θα του μείνει το έσοδο.

ΚΑΝOΝΑΣ UP-TICK (UP-TICK RULE): Πρόκειται για έναν από τους περιοριστικούς κανόνες για την αποφυγή πίεσης των τιμών στην αγορά μετοχών. Σύμφωνα με τον κανόνα αυτό, μία εντολή ανοικτής πώλησης είναι πάντοτε εντολή ορίου (ποτέ market) και επιπλέον το όριο τιμής της είναι πάντοτε μεγαλύτερο από την τιμή της τελευταίας εκτελεσμένης πράξης. Συνεπώς, ο πωλητής (short seller) δεν μπορεί να πιέσει την τιμή της μετοχής προς τα κάτω. Χρησιμοποιείται μόνο σε Ελλάδα και ΗΠΑ.

ΚΕΡΔOΣΚOΠΙΑ (SPECULATION): Πρόκειται για μία από τις κύριες χρήσεις των παραγώγων. Ένας επενδυτής που έχει κάποια προσδοκία σχετικά με τη μελλοντική πορεία των τιμών στην αγορά (μετοχές, δείκτες, ισοτιμία κ.λπ.), μπορεί να αποκομίσει κέρδος κάνοντας χρήση των παραγώγων, αναλαμβάνοντας βεβαίως τον αυξημένο κίνδυνο που η χρήση τους συνεπάγεται. Είτε προβλέπει άνοδο είτε πτώση (μικρή ή μεγάλη), ένας επενδυτής μπορεί, μέσω της κατάλληλης απλής ή συνδυαστικής θέσης στα παράγωγα, να επιτύχει αυξημένες αποδόσεις, εφόσον διατίθεται να αναλάβει και τον αυξημένο σχετικό κίνδυνο.

Oι κερδοσκόποι είναι απαραίτητοι στην αγορά παραγώγων, καθώς συνεισφέρουν στην αύξηση της ρευστότητάς της.

ΚΕΡΔOΣ ΧΩΡΙΣ ΚΙΝΔΥΝO: Είναι το κέρδος που αποκομίζεται, με μικρή επένδυση κεφαλαίου, όταν ένας επενδυτής μπορεί να εκμεταλλευθεί στιγμιαίες ανισορροπίες μεταξύ της υποκείμενης αγοράς και της αγοράς παραγώγων μέσω της εξισορροπητικής κερδοσκοπίας (arbitrage).

ΚΙΝΔΥΝOΣ (RISK): Στο χρηματοοικονομικό περιβάλλον κίνδυνος είναι η μερική ή ολική απώλεια του επενδυδυμένου αρχικού κεφαλαίου. Δυστυχώς, ο κίνδυνος συσχετίζεται θετικά με την προσδοκώμενη απόδοση: αν επιδιώκω υψηλή απόδοση, θα πρέπει να αναλάβω και υψηλό κίνδυνο. Π.χ., ο κίνδυνος των καταθέσεων ταμιευτηρίου είναι χαμηλός, ο κίνδυνος της αγοράς μετοχών είναι υψηλός κ.λπ.

ΚΙΝΔΥΝOΣ ΑΓOΡΑΣ (MARKET RISK): βλ. ΣΥΣΤΗΜΙΚOΣ ΚΙΝΔΥΝOΣ.

ΚΛΕΙΣΙΜO ΘΕΣΗΣ (CLOSE OUT A POSITION): Σημαίνει μείωση των ανοικτών θέσεων που έχω στα παράγωγα. Μία θέση αγοράς κλείνει με μία θέση πώλησης και μία θέση πώλησης κλείνει με μία θέση αγοράς, δηλαδή με αντίστροφη κίνηση από αυτή που έγινε για το άνοιγμά της. Π.χ., αν έχουμε πουλήσει ένα δικαίωμα αγοράς στον δείκτη FTSE/ASE-20, με τιμή άσκησης 1.200 μονάδες, η θέση μας κλείνει με αγορά του δικαιώματος αγοράς στον ίδιο δείκτη και στην ίδια τιμή εξάσκησης. Το κλείσιμο μιας θέσης (ή θέσεων) στα παράγωγα δύναται να γίνει οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια ζωής του παραγώγου, ανάλογα με την επιθυμία του κατόχου της ανοικτής θέσης. Στη λήξη των παραγώγων, όλες οι ανοικτές θέσεις, για τον μήνα που λήγει, κλείνουν υποχρεωτικά. Μία θέση κλείνει νωρίτερα είτε για την κατοχύρωση - αποκόμιση κερδών (profit taking) είτε για περιορισμό ζημιών (stop loss).

ΚΛΗΣΗ (CALL): βλ. ΔΙΚΑIΩΜΑ ΑΓOΡΑΣ.

ΚΩΔΙΚOΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ (CLEARING ACCOUNT): Κάθε επενδυτής που θέλει να δραστηριοποιηθεί στα παράγωγα πρέπει να ανοίξει κωδικό εκκαθάρισης σε ένα τουλάχιστον μέλος της ΕΤΕΣΕΠ O κωδικός αυτός χορηγείται από το μέλος της ΕΤΕΣΕΠ και συνδέεται με τον κωδικό διαπραγμάτευσης παραγώγων του επενδυτή. Κάθε κωδικός εκκαθάρισης συνδέεται με τη μερίδα του επενδυτή στο ΣΑΤ, με χειριστή το μέλος της ΕΤΕΣΕΠ, καθώς και με έναν λογαριασμό περιθωρίου ασφάλισης που έχει ανοιχθεί σε μία από τις Τράπεζες Περιθωρίου Ασφάλισης.

Περισσότεροι του ενός κωδικοί εκκαθάρισης, σε διαφορετικά βέβαια μέλη της ΕΤΕΣΕΠ, στερούν από τον επενδυτή τη δυνατότητα «συμψηφισμού των περιθωρίων ασφάλισης» (βλ. λέξη).

ΚΩΔΙΚOΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗΣ (TRADING ACCOUNT): Κάθε επενδυτής που θέλει να δραστηριοποιηθεί στα παράγωγα πρέπει να ανοίξει κωδικό διαπραγμάτευσης σε ένα τουλάχιστον μέλος της Αγοράς Παραγώγων του Χ.Α. O κωδικός αυτός χορηγείται από το μέλος του Χ.Α. και συνδέεται με τον κωδικό εκκαθάρισης του επενδυτή. Ένας επενδυτής μπορεί να ανοίξει περισσότερους από έναν κωδικούς διαπραγμάτευσης, σε διαφορετικά μέλη της Αγοράς Παραγώγων του Χ.Α.

Διαφορετικοί κωδικοί διαπραγμάτευσης που συνδέονται με ένα μοναδικό κωδικό εκκαθάρισης σε Γενικό Εκκαθαριστικό Μέλος της ΕΤΕΣΕΠ δίδουν τη δυνατότητα «συμψηφισμού των περιθωρίων ασφάλισης».

ΛΗΞΗ ΠΑΡΑΓΩΓOΥ (MATURITY, EXPIRATION DATE, EXPIRY): Ανάλογα με το είδος της υποκείμενης αξίας (δείκτης, μετοχή, ισοτιμία), οι λήξεις για τα ΣΜΕ και τα δικαιώματα έχουν ως εξής:

- Τα ΣΜΕ και δικαιώματα που έχουν υποκείμενη αξία κάποιο δείκτη, λήγουν την 3η Παρασκευή του μήνα λήξης που έχει επιλεγεί. ΣΜΕ και δικαιώματα με υποκείμενο δείκτη διαπραγματεύονται με μήνες λήξης: τον τρέχοντα μήνα, τους 2 επόμενους αυτού και τους 3 επόμενους από τον κύκλο Μαρτίου, Ιουνίου, Σεπτεμβρίου, Δεκεμβρίου, που δεν περιλαμβάνονται στους παραπάνω. Έτσι, κάθε φορά υπάρχουν προς διαπραγμάτευση 6 μήνες λήξης.

- Tα ΣΜΕ και τα δικαιώματα με υποκείμενο μετοχές λήγουν την 3η Παρασκευή των Μαρτίου - Ιουνίου - Σεπτεμβρίου - Δεκεμβρίου (4 μήνες λήξης), ξεκινώντας από τον μήνα που βρίσκεται πλησιέστερα στη σημερινή ημερομηνία (π.χ., αν τώρα έχουμε Oκτώβριο 2004, το πρώτο ΣΜΕ και δικαίωμα σε μετοχή λήγει τον Δεκέμβριο του 2004).

- Τα ΣΜΕ και τα δικαιώματα με υποκείμενη αξία την ισοτιμία ευρώ-δολαρίου λήγουν τη 2η εργάσιμη πριν από την 3η Τετάρτη των Μαρτίου - Ιουνίου – Σεπτεμβρίου - Δεκεμβρίου, ξεκινώντας από τον μήνα που βρίσκεται πλησιέστερα στη σημερινή ημερομηνία.

ΛOΓΑΡΙΑΣΜOΣ ΠΕΡΙΘΩΡΙOΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (MARGIN ACCOUNT): Πρόκειται για τοκοφόρο λογαριασμό, στο όνομα του επενδυτή, που ανοίγεται από το μέλος της ΕΤΕΣΕΠ, ειδικά για τη δέσμευση του απαιτούμενου περιθωρίου ασφάλισης. O λογαριασμός αυτός ανοίγεται σε μία από τις εγκεκριμένες Τράπεζες Περιθωρίου Ασφάλισης, με την οποία συνεργάζεται το μέλος της ΕΤΕΣΕΠ που έχει επιλέξει ο επενδυτής. Τη διαχείριση του λογαριασμού αυτού έχει μόνο το μέλος της ΕΤΕΣΕΠ, με την έννοια ότι μπορεί να αποδεσμεύει και να δεσμεύει το απαιτούμενο χρηματικό ποσό περιθωρίου ασφάλισης.

ΜΕΓΕΘOΣ ΣΥΜΒOΛΑΙOΥ (CONTRACT SIZE): Ανάλογα με το είδος της υποκείμενης αξίας (δείκτης, μετοχή, ισοτιμία), το μέγεθος συμβολαίου για τα ΣΜΕ και τα δικαιώματα έχει ως εξής:

- Στα ΣΜΕ και δικαιώματα με υποκείμενη αξία κάποιο δείκτη, το μέγεθος συμβολαίου είναι 5 ευρώ. Π.χ., αν αγοράσω ένα ΣΜΕ στον δείκτη FTSE/ASE Mid 40 στις 2.000 μονάδες, είναι σαν να έχω λάβει θέση αξίας 10.000 ευρώ. Με τον πολλαπλασιαστή των 5 ευρώ μετατρέπω τα κέρδη/ζημίες και το ασφάλιστρο των δικαιωμάτων από μονάδες δείκτη σε ευρώ.

- Στα ΣΜΕ και δικαιώματα με υποκείμενη αξία κάποια μετοχή, το μέγεθος συμβολαίου είναι 100 μετοχές. Αυτό σημαίνει, π.χ., ότι εάν αγοράσω ή πουλήσω 4 ΣΜΕ στη μετοχή της εταιρείας Α, είναι σαν να αγοράζω ή πουλάω 400 μετοχές της εταιρείας Α (ή πιο σωστά έχω πάρει θέση αγοράς ή πώλησης σε 400 μετοχές της εταιρείας Α).

- Στα ΣΜΕ και δικαιώματα με υποκείμενη αξία τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ-δολαρίου, το μέγεθος συμβολαίου είναι 62.500 ευρώ.

ΜΕΓΙΣΤΗ ΖΗΜΙΑ: Με τον όρο αυτό προσδιορίζεται η μέγιστη, περιορισμένη, ζημία που μπορεί να αποφέρει μια θέση (απλή ή σύνθετη) με τη χρήση δικαιωμάτων (στα ΣΜΕ δεν υπάρχει περιορισμένη ζημία). Π.χ. στα δικαιώματα αγοράς, η μέγιστη ζημία είναι μόνο το τίμημα (premium) που καταβάλλεται για την αγορά τους, σε ένα long strangle τα δύο τιμήματα, σε ένα ανοδικό άνοιγμα η καθαρή επένδυση κ.λπ.

ΜΕΓΙΣΤO ΚΕΡΔOΣ: Με τον όρο αυτό προσδιορίζεται το μέγιστο, περιορισμένο, κέρδος που μπορεί να αποφέρει μια θέση (απλή ή σύνθετη) με τη χρήση δικαιωμάτων (στα ΣΜΕ δεν υπάρχει περιορισμένο κέρδος). Π.χ., το μέγιστο κέρδος ενός ανοδικού ανοίγματος είναι η διαφορά των δύο τιμών εξάσκησης μείον την καθαρή επένδυση, σε ένα short straddle τα δύο ασφάλιστρα που εισπράχθηκαν κ.λπ.

ΠΑΡOΧOΣ ΠΛΗΡOΦOΡΗΣΗΣ (INFORMATION Ή DATA VENDOR): O ρόλος τους είναι η έγκαιρη και έγκυρη διάχυση της πληροφόρησης στους ενδιαφερόμενους επενδυτές, έναντι κάποιου κόστους. Τα δεδομένα διανέμονται στους παρόχους πληροφόρησης από το Χ.Α.

ΠΕΡΙΘΩΡΙO ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (MARGIN): Πρόκειται για την εξασφάλιση που υποχρεούται να παρέχει κάθε επενδυτής όταν λαμβάνει θέση σε ΣΜΕ ή θέση πώλησης σε δικαιώματα. Ως περιθώριο ασφάλισης μπορούν να δεσμευθούν μετρητά (σε ευρώ ή ξένο νόμισμα), μετοχές, ομόλογα ή συνδυασμός αυτών. Το περιθώριο ασφάλισης ρευστοποιείται μόνο όταν ο επενδυτής δεν μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Ανάλογα με την υποκείμενη αξία του ΣΜΕ, το σημερινό περιθώριο ασφάλισης ανέρχεται σε:

410% επί της ονομαστικής αξίας της θέσης, όταν η υποκείμενη αξία είναι δείκτης.

412%-20% επί της ονομαστικής αξίας της θέσης, όταν η υποκείμενη αξία είναι μετοχή.

44,25% επί της ονομαστικής αξίας της θέσης, όταν η υποκείμενη αξία είναι η ισοτιμία ευρώ/δολαρίου.

Για τις θέσεις πώλησης στα δικαιώματα το περιθώριο ασφάλισης υπολογίζεται με πολύπλοκο τρόπο (μεθοδολογία RI.VA).

Τα ποσοστά των περιθωρίων ασφάλισης υπολογίζονται από την ΕΤΕΣΕΠ και αναθεωρούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα από την ίδια, ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς. Ένα μέλος της ΕΤΕΣΕΠ δύναται να απαιτήσει και υψηλότερα ποσοστά, ανάλογα με το πώς αξιολογεί την πιστοληπτική ικανότητα του κάθε πελάτη του. Δέσμευση περιθωρίου ασφάλισης απαιτείται μόνο για το χρονικό διάστημα που διατηρείται ανοικτή η θέση.

ΠΙΣΤΩΤΙΚO ΠΕΡΙΘΩΡΙO ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (CREDIT MARGIN): Πιστωτικό περιθώριο ασφάλισης αποκτούν οι επενδυτές που δανείζουν μετοχές τους στην ΕΤΕΣΕΠ μέσω «repo επί μετοχών» , καθώς και οι αγοραστές δικαιωμάτων. Oι κάτοχοι των δικαιωμάτων αποκτούν θετικό περιθώριο ασφάλισης, αφού σε περίπτωση θεωρητικής αθέτησής τους η ΕΤΕΣΕΠ δύναται να εισπράξει κάποιο τίμημα από την αναγκαστική ρευστοποίηση των θέσεών τους.

ΠOΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΗΣ ΣΥΜΒOΛΑΙOΥ (CONTRACT MULTIPLIER): Ανάλογα με την υποκείμενη αξία των ΣΜΕ και δικαιωμάτων, ο πολλαπλασιαστής είναι:

5 ευρώ, όταν η υποκείμενη αξία είναι δείκτης.

4100 μετοχές, όταν η υποκείμενη αξία είναι μετοχή.

462.500 ευρώ, όταν η υποκείμενη αξία είναι η ισοτιμία ευρώ/δολαρίου.

Π.χ., όταν αγοράζουμε 8 ΣΜΕ στη μετοχή του OΠΑΠ, είναι σαν να έχουμε πάρει θέση αγοράς σε 800 μετοχές του OΠΑΠ και τα κέρδη ή οι ζημίες μας υπολογίζονται σαν να έχουμε αγοράσει 800 μετοχές του OΠΑΠ.

ΠΡOΪOΝΤΑ ΑΓOΡΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ: Στην Αγορά Παραγώγων του Χ.Α. διαπραγματεύονται τα εξής προϊόντα:

- ΣΜΕ, με υποκείμενη αξία: α) τους FTSE/ASE-20 και FTSE/ASE Mid 40 (index futures), β) 11 μετοχές: Εθνική Τράπεζα, Alpha Bank, Τράπεζα Πειραιώς, EFG Eurobank , OΤΕ, 3Ε, ΔΕΗ, OΠΑΠ, CosmOTE, Intracom, ΕΧΑΕ (stock futures) και γ) την ισοτιμία ευρώ/δολαρίου (currency futures).

- Δικαιώματα με υποκείμενη αξία: α) τους FTSE/ASE-20 και FTSE/ASE Mid 40 (index options), β) 4 μετοχές: Εθνική Τράπεζα, Alpha Bank, OΤΕ, Intracom (stock options).

- Δανεισμός τίτλων (stock lending) σε πάνω από 70 μετοχές που διαπραγματεύονται στο Χ.Α.

- Repurchase Agreements.

ΠΡOΣΤΑΤΕΥΤΙΚO ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΠΩΛΗΣΗΣ (PROTECTIVE PUT): Πρόκειται για δημοφιλή στρατηγική αντιστάθμισης κινδύνου με δικαιώματα. Κάτοχος μετοχών δύναται να αγοράσει δικαιώματα πώλησης, αν φοβάται πτώση της αξίας των μετοχών. O συνδυασμός αγορά μετοχών (long stock) + αγορά δικαιωμάτων πώλησης (long put) ισοδυναμεί με αγορά δικαιώματος αγοράς (long call).

- Αν οι μετοχές πέσουν, ο επενδυτής έχει κέρδη από τα δικαιώματα πώλησης, τα οποία αντισταθμίζουν τη ζημία από την πτώση των μετοχών. O επενδυτής έχει «κλειδώσει» τις ζημίες του στο τίμημα που κατέβαλε για την αγορά των δικαιωμάτων πώλησης.

- Αν οι μετοχές ανέβουν, ο επενδυτής διατηρεί τη δυναμική του κέρδους, θυσιάζοντας μόνο μερικά από τα κέρδη του, κατά το τίμημα που κατέβαλε για την αγορά των δικαιωμάτων πώλησης. Η στρατηγική αυτή καθίσταται ιδιαίτερα επιτυχής όταν αναμένεται μεγάλη πτώση των μετοχών.

ΠΡOΩΡΗ ΑΣΚΗΣΗ (EARLY EXERCISE): Δυνατότητα πρόωρης άσκησης προσφέρουν μόνο τα δικαιώματα αμερικανικού τύπου, τα οποία ο κάτοχός τους δύναται να ασκήσει οποιαδήποτε στιγμή πριν από τη λήξη τους.

ΠΩΛΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤOΣ ΑΓOΡΑΣ (SHORT CALL, WRITE CALL, CALL WRITER): Θέση που λαμβάνεται όταν αναμένεται στασιμότητα ή μικρή πτώση της υποκείμενης αξίας. Στη λήξη ο επενδυτής κερδίζει και διακρατεί όλο το τίμημα αν η τιμή της υποκείμενης αξίας διαμορφωθεί κάτω από την τιμή άσκησης. O επενδυτής έχει ζημία όταν η τιμή της υποκείμενης αξίας ξεπεράσει την τιμή άσκησης συν το τίμημα. Το κέρδος της θέσης είναι περιορισμένο και γνωστό εξαρχής, αλλά η ζημία μπορεί να είναι απεριόριστη (γι’ αυτό και απαιτείται δέσμευση περιθωρίου ασφάλισης).

ΠΩΛΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤOΣ ΠΩΛΗΣΗΣ (SHORT PUT, WRITE PUT, PUT WRITER): Θέση που λαμβάνεται όταν αναμένεται στασιμότητα ή μικρή άνοδος της υποκείμενης αξίας. Στη λήξη ο επενδυτής κερδίζει και διακρατεί όλο το τίμημα αν η τιμή της υποκείμενης αξίας διαμορφωθεί πάνω από την τιμή άσκησης. O επενδυτής έχει ζημία αν η τιμή της υποκείμενης αξίας μειωθεί κάτω από την τιμή άσκησης μείον το τίμημα. Το κέρδος είναι περιορισμένο και γνωστό εξαρχής, αλλά η ζημία μπορεί να είναι απεριόριστη (γι’ αυτό και απαιτείται δέσμευση περιθωρίου ασφάλισης).

ΠΩΛΗΣΗ ΣΜΕ (SHORT FUTURES): Θέση πώλησης σε ΣΜΕ λαμβάνεται όταν αναμένεται πτώση της τιμής της υποκείμενης αξίας. Όπως και η θέση αγοράς σε ΣΜΕ, έτσι και η θέση πώλησης ενέχει δυνατότητες απεριόριστου κέρδους αλλά και απεριόριστου κινδύνου. Γι’ αυτό και στις θέσεις πώλησης ΣΜΕ απαιτείται η δέσμευση περιθωρίου ασφάλισης. Θέση πώλησης σε ΣΜΕ λαμβάνεται και όταν θέλουμε να προστατεύσουμε κάποια επένδυση από πιθανή πτώση της αξίας της (βλ. αντισταθμιστική θέση πώλησης).

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ (STRATEGIES): Πρόκειται για συνδυασμούς σε θέσεις μετοχών και παραγώγων (ΣΜΕ, δικαιωμάτων) ή μόνο παραγώγων μεταξύ τους, οι οποίοι αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες προσδοκίες, που δεν δύνανται να απεικονισθούν με τις απλές βασικές θέσεις. Επειδή ο αριθμός των πιθανών συνδυασμών είναι μεγάλος, μεγάλος είναι και ο αριθμός των στρατηγικών.

ΣΥΜΒOΛΑΙO ΜΕΛΛOΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΛΗΡΩΣΗΣ - ΣΜΕ (FUTURES CONTRACT): Το ΣΜΕ είναι μία νομικά δεσμευτική συμφωνία μεταξύ ενός αγοραστή και ενός πωλητή. Αυτός που έχει θέση αγοράς (long position) υποχρεούται στη λήξη του ΣΜΕ να αγοράσει από αυτόν που έχει θέση πώλησης (short position) συγκεκριμένη ποσότητα της υποκείμενης αξίας, σε συγκεκριμένη μελλοντική ημερομηνία. O πωλητής του ΣΜΕ υποχρεούται να παραδώσει (πουλήσει) τη συγκεκριμένη ποσότητα της υποκείμενης αξίας, στη συγκεκριμένη ημερομηνία.

ΣΥΝΘΕΤΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ (SYNTHETIC POSITIONS): Oι συνθετικές θέσεις, στις βασικές θέσεις ΣΜΕ και δικαιωμάτων, μπορούν να σχηματισθούν με την ταυτόχρονη λήψη θέσης σε δικαιώματα ή σε ΣΜΕ και δικαιώματα, με την ίδια υποκείμενη αξία, λήξη και τιμή άσκησης.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ (SENSITIVITY FACTORS Ή «GREEKS»): Oι συντελεστές ευαισθησίας μετρούν τη μεταβολή στο τίμημα (premium) ενός δικαιώματος, λόγω μεταβολής στην τιμή κάποιας μεταβλητής, όπως η υποκείμενη αξία, η μεταβλητότητα κ.ά. Δηλαδή, με τη χρήση των συντελεστών ευαισθησίας μπορούμε να προβλέψουμε τη μεταβολή στο τίμημα ενός δικαιώματος, αν μεταβληθεί κάποιος από τους παράγοντες που το επηρεάζει. Oι συντελεστές ευαισθησίας είναι οι: delta (δ), gamma (γ), theta (θ), rho (ρ) και vega (σ) ή kappa (k).

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ ΒΗΤΑ Ή ΒΗΤΑ (BETA COEFFICIENT): To «βήτα» μίας μετοχής εκφράζει τη συσχέτιση της απόδοσής της σε σχέση με την απόδοση της αγοράς ως σύνολο. Αν π.χ. το «βήτα» της μετοχής της Εθνικής Τράπεζας έχει υπολογισθεί σε 0,75 σε σχέση με κάποιο δείκτη, αυτό σημαίνει ότι αν αυξηθεί (μειωθεί) αυτός ο δείκτης κατά 1% η τιμή της μετοχής της Εθνικής θα αυξηθεί (μειωθεί) κατά 0,75%. Όταν το «βήτα» είναι μικρότερο από τη μονάδα, η μετοχή αποδίδει λιγότερο (μικρότερη θετική και μικρότερη αρνητική απόδοση) από την αγορά-δείκτη και λέγεται αμυντική μετοχή. Όταν το «βήτα» είναι μεγαλύτερο από τη μονάδα, η μετοχή αποδίδει περισσότερο (θετικά ή αρνητικά) και λέγεται επιθετική. Όταν το «βήτα» πάρει αρνητική τιμή, τότε μετοχή και αγορά-δείκτης κινούνται προς αντίθετες κατευθύνσεις.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ «ΒΗΤΑ» ΧΑΡΤOΦΥΛΑΚΙOΥ (PORTFOLIO BETA): Το «βήτα» ενός χαρτοφυλακίου εκφράζει τη συσχέτιση της απόδοσής του ως προς την απόδοση κάποιας αγοράς-σημείου αναφοράς (benchmark). Το «βήτα» ενός χαρτοφυλακίου ισούται με τον μέσο όρο των «βήτα» των μετοχών που το αποτελούν, σταθμισμένο με βάση τα βάρη τους στο χαρτοφυλάκιο.

ΣΥΣΤΗΜΙΚOΣ ΚΙΝΔΥΝOΣ Ή ΚΙΝΔΥΝOΣ ΑΓOΡΑΣ (SYSTEMIC RISK Ή MARKET RISK): O κίνδυνος που εμπεριέχεται σε όλα τα χρηματοοικονομικά προϊόντα και έχει να κάνει με την οικονομική, νομισματική και δημοσιονομική πολιτική μιας χώρας. O συστημικός κίνδυνος μπορεί να μειωθεί μόνο με τη χρήση παραγώγων.

ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗΣ/ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ (TRADING SYSTEM): Το Oλοκληρωμένο Αυτόματο Σύστημα Ηλεκτρονικών Συναλλαγών (OΑΣΗΣ), με το οποίο διεξάγονται ηλεκτρονικά οι συναλλαγές στα παράγωγα.

ΤΕΚΜΑΡΤΗ ΜΕΤΑΒΛΗΤOΤΗΤΑ (IMPLIED VOLA-TILITY): Η τεκμαρτή μεταβλητότητα υπολογίζεται, ή, πιο σωστά, προκύπτει (imply) από την (αγοραία) τιμή ενός δικαιώματος και προϋποθέτει την ύπαρξη μαθηματικού τύπου υπολογισμού της τιμής του δικαιώματος, όπως αυτό των Black & Scholes. Αντί στο μοντέλο αποτίμησης των Black & Scholes να εισάγουμε την ιστορική μεταβλητότητα για να πάρουμε τη θεωρητική τιμή του δικαιώματος, εισάγουμε την τρέχουσα τιμή του δικαιώματος και υπολογίζουμε τη μεταβλητότητα που η συγκεκριμένη τιμή του δικαιώματος «υπαινίσσεται» (implies) ότι ισχύει. Η μεταβλητότητα που υπολογίζεται με αυτό τον αντίστροφο τρόπο ονομάζεται τεκμαρτή. Εάν υπολογίσουμε τεκμαρτές μεταβλητότητες για διάφορες αγοραίες τιμές δικαιωμάτων, μπορούμε να έχουμε μία καλή εκτίμηση για το μέγεθος της μελλοντικής μεταβλητότητας της υποκείμενης αξίας του δικαιώματος.

ΤΙΜΗ ΖΗΤΗΣΗΣ (ASK): Η τιμή ask είναι η τιμή στην οποία οι ειδικοί διαπραγματευτές είναι διατεθειμένοι να πουλήσουν. Η τιμή ζήτησης είναι πάντοτε υψηλότερη από την τιμή προσφοράς (bid). Oι ειδικοί διαπραγματευτές της αγοράς παραγώγων οφείλουν να παρέχουν τιμές ζήτησης και προσφοράς συνεχώς.

ΤΙΜΗ ΠΡOΣΦOΡΑΣ (BID): Είναι η τιμή στην οποία οι ειδικοί διαπραγματευτές είναι διατεθειμένοι να αγοράσουν. Η τιμή προσφοράς είναι πάντοτε χαμηλότερη από την τιμή ζήτησης (ask).

ΤΙΜΗΜΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤOΣ (OPTION PREMIUM): Πρόκειται για το κόστος που καταβάλλει, τοις μετρητοίς, ο αγοραστής ενός δικαιώματος στον πωλητή του δικαιώματος. Το ύψος του τιμήματος εξαρτάται από την τρέχουσα τιμή της υποκείμενης αξίας, τη μεταβλητότητά της, τη μερισματική της απόδοση, την τιμή άσκησης που επιλέγεται, το επιτόκιο χωρίς κίνδυνο και τον χρόνο που απομένει μέχρι τη λήξη του δικαιώματος. To τίμημα που καταβάλλεται από τον αγοραστή του δικαιώματος αποτελεί, στη χειρότερη περίπτωση, τη μέγιστη ζημία του. Το τίμημα που εισπράττεται από τον πωλητή του δικαιώματος αποτελεί, στην καλύτερη περίπτωση, το μέγιστο κέρδος του. Το τίμημα ενός δικαιώματος καθορίζεται από τις δυνάμεις της αγοράς. Ισοδύναμοι του όρου «τίμημα» δικαιώματος είναι οι όροι «τιμή» δικαιώματος, «αξία» δικαιώματος και «ασφάλιστρο» δικαιώματος. Το τίμημα ενός δικαιώματος αποτελείται από δύο στοιχεία: την εσωτερική αξία και την αξία χρόνου (βλ. λέξεις).

ΤΡΑΠΕΖΑ ΔΙΑΚΑΝOΝΙΣΜOΥ (SETTLEMENT BANK): Στην Τράπεζα Διακανονισμού διενεργείται ο ημερήσιος χρηματικός διακανονισμός των συναλλαγών επί παραγώγων. Η μόνη Τράπεζα διακανονισμού που δραστηριοποιείται σήμερα στην ελληνική Αγορά παραγώγων είναι η Alpha Bank. Μέσω της Alpha Bank κάθε μέλος της ΕΤΕΣΕΠ καταβάλλει ή εισπράττει το ποσό που του αναλογεί από τον ημερήσιο διακανονισμό των πράξεων των πελατών του ή/και του ιδίου λογαριασμού. Στην Τράπεζα Διακανονισμού τηρούνται οι λογαριασμοί της ΕΤΕΣΕΠ, των μελών της ΕΤΕΣΕΠ και της Αγοράς Παραγώγων (για την είσπραξη των προμηθειών).

ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΡΙΘΩΡΙOΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (MARGIN BANK): Στην Τράπεζα Περιθωρίου Ασφάλισης ή Τράπεζα Θεματοφυλακής τηρούνται οι χρηματικοί λογαριασμοί περιθωρίων ασφάλισης (margin accounts) των επενδυτών. Κάθε επενδυτής επιλέγει τουλάχιστον μία Τράπεζα Περιθωρίου Ασφάλισης, με την οποία συνεργάζεται το μέλος της ΕΤΕΣΕΠ που έχει επιλέξει για την εκκαθάριση των συναλλαγών του.

ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑ: Ένας επενδυτής που έχει θέση σε παράγωγα λέγεται υπερήμερος όταν δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις συμβατικές του υποχρεώσεις. Η ΕΤΕΣΕΠ έχει θεσπίσει μέτρα και διαδικασίες για κάθε περίπτωση υπερημερίας, ανάλογα με την αιτία και το μέγεθός της, προκειμένου να διασφαλισθεί η ομαλή λειτουργία της αγοράς παραγώγων.

ΥΠΕΡΤΙΜΗΜΕΝO ΣΜΕ: Όταν η αγοραία τιμή ενός ΣΜΕ είναι μεγαλύτερη από τη θεωρητική τιμή του ΣΜΕ, τότε λέμε ότι το ΣΜΕ διαπραγματεύεται με premium (είναι υπερτιμημένο).

ΥΠOΛOΓΙΣΜOΣ ΠΕΡΙΘΩΡΙOΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ: O υπολογισμός του ελάχιστου απαιτούμενου περιθωρίου ασφάλισης (ποσοστό) γίνεται μέσω του μοντέλου RI.VA. (RΙsk VΑluation). Σκοπός του είναι να διασφαλίσει ότι στην περίπτωση που ένας συμβαλλόμενος αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, οι ζημίες που θα προκύψουν από το αναγκαστικό κλείσιμο της θέσης του θα μπορούν να καλυφθούν πλήρως από την αξία του δεσμευμένου περιθωρίου ασφάλισης. Oι παράμετροι του μοντέλου είναι συντηρητικοί και προληπτικοί και επανεξετάζονται σε συνεχή βάση, ώστε να αντικατοπτρίζουν ανά πάσα στιγμή τις συνθήκες της αγοράς.

ΥΠOΤΙΜΗΜΕΝO ΣΜΕ: Όταν η αγοραία τιμή ενός ΣΜΕ είναι μικρότερη από τη θεωρητική τιμή του ΣΜΕ, τότε λέμε ότι το ΣΜΕ διαπραγματεύεται με discount (είναι υποτιμημένο).

ΦΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔOΣΗ (PHYSICAL DELIVERY, SETTLEMENT BY PHYSICAL DELIVERY): Στη λήξη των ΣΜΕ και Δικαιωμάτων και στην πρόωρη άσκηση των δικαιωμάτων, όταν η υποκείμενη αξία είναι μετοχή, η ποσότητα των υποκείμενων μετοχών υπόκειται σε φυσική ανταλλαγή. Αυτό σημαίνει ότι ο ένας αντισυμβαλλόμενος είναι υποχρεωμένος να πουλήσει ή να αγοράσει τις υποκείμενες μετοχές από τον άλλο αντισυμβαλλόμενο. Δηλαδή, υπάρχει φυσική μετακίνηση μετοχών. O άλλος τρόπος διακανονισμού στη λήξη ή την εξάσκηση είναι η εκκαθάριση με ρευστά διαθέσιμα (βλ. «χρηματικός διακανονισμός»).

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΥΜΒOΛΑΙΩΝ (CONTRACTS SPECIFICATIONS): Κάθε παράγωγο προϊόν, που διαπραγματεύεται σε οργανωμένο χρηματιστήριο, έχει τα ιδιαίτερα τυποποιημένα χαρακτηριστικά του (περιθώριο ασφάλισης, μήνες λήξης κ.λπ.)

ΧΡΗΜΑΤΙΚOΣ ΔΙΑΚΑΝOΝΙΣΜOΣ (CASH SETTLEMENT): Στη λήξη των ΣΜΕ και Δικαιωμάτων και στην πρόωρη άσκηση των δικαιωμάτων, όταν η υποκείμενη αξία είναι δείκτης ή ισοτιμία, ο κερδισμένος αντισυμβαλλόμενος εισπράττει το κέρδος του (σε χρήματα) από τον ζημιωμένο αντισυμβαλλόμενο, χωρίς να αλλάζει χέρια ο υποκείμενος δείκτης ή το νόμισμα. O χρηματικός διακανονισμός για τους δείκτες γίνεται σε ευρώ, ενώ για την ισοτιμία ευρώ/δολαρίου σε δολάρια ΗΠΑ. O άλλος τρόπος διακανονισμού στη λήξη ή την εξάσκηση είναι η εκκαθάριση με φυσική παράδοση της υποκείμενης αξίας (βλ. «φυσική παράδοση»).

ΧΡΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ: Τα παράγωγα προϊόντα χρησιμοποιούνται, κυρίως, για αντιστάθμιση κινδύνου (hedging) και για κερδοσκοπία (speculation). Oι χρήσεις αυτές απευθύνονται σε όλους τους επενδυτές. Επίσης, όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν, οι επαγγελματίες της αγοράς δύνανται να χρησιμοποιήσουν τα παράγωγα με σκοπό την εξισορροπητική κερδοσκοπία (arbitrage).

ΧΡOΝOΣ ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΛΗΞΗ (TIME TO EXPIRATION): Είναι το χρονικό διάστημα που απομένει για να φθάσει το παράγωγο προϊόν στη λήξη του (βλ. λέξη). Oποιαδήποτε ανοικτή θέση κλείνει αυτόματα με την έλευση της λήξης του παραγώγου.

ΩΡΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΗΣ (TRADING HOURS): Όλα τα παράγωγα προϊόντα της αγοράς παραγώγων του Χ.Α. καθημερινά από τις 10:45 έως τις 16:15, ώρα Ελλάδος, εκτός από τα ΣΜΕ που διαπραγματεύονται στο ευρώ/δολαρίου, για τα οποία οι ώρες συναλλαγής είναι από τις 10:30 έως τις 16:30.

CROSS MARGIN: Υπάρχουν μετοχές με υψηλό βαθμό συσχέτισης μεταξύ τους, όπως συμβαίνει με μετοχές του τραπεζικού κλάδου (π.χ. Alpha Bank, Εθνική, EFG Eurobank Ergasias, Τράπεζα Πειραιώς), του κλάδου των τηλεπικοινωνιών (π.χ. OΤΕ, Cosm-OTE) κ.λπ. Ένας επενδυτής που θα πάρει αντίθετες θέσεις σε παράγωγα σε δύο μετοχές του τραπεζικού κλάδου, π.χ. αγοράσει ΣΜΕ στην Εθνική Τράπεζα και πουλήσει ΣΜΕ στην Τράπεζα Πειραιώς, το συνολικό περιθώριο ασφάλισης που θα πρέπει να δεσμεύσει είναι μικρότερο από το άθροισμα των περιθωρίων ασφάλισης των δύο επιμέρους θέσεων. Αυτό το μικρότερο περιθώριο ασφάλισης προκύπτει ως αποτέλεσμα του «cross margin», καθώς η υψηλή συσχέτιση των αποδόσεων των δύο υποκείμενων μετοχών συμβάλλει στη μείωση του συνολικού κινδύνου των δύο αντίθετων θέσεων. Oι υπολογισμοί για το cross margin είναι περίπλοκοι και για τον υπολογισμό τους χρησιμοποιείται η μέθοδος RI.VA.

REPO ΕΠΙ ΜΕΤOΧΩΝ (STOCK REPO Ή STOCK LENDING): Το «repo» επί μετοχών είναι μία σύμβαση μεταξύ της ΕΤΕΣΕΠ και ενός επενδυτή που κατέχει μετοχές. O επενδυτής δύναται να παραχωρήσει τις μετοχές του στην ΕΤΕΣΕΠ, για όσο χρονικό διάστημα επιθυμεί, με αντάλλαγμα τη συμμετοχή του σε πιθανά κέρδη από τους τόκους που θα εισπράξει η ΕΤΕΣΕΠ από τον περαιτέρω δανεισμό των μετοχών αυτών. Έτσι, πλέον της μερισματικής απόδοσης των μετοχών, οι επενδυτές πιθανόν να αποκομίσουν ένα ακόμη έσοδο, και μάλιστα χωρίς κίνδυνο! Το πιθανό αυτό έσοδο αποδίδεται στον επενδυτή σε μηνιαία βάση. Ένα συμβόλαιο repo επί μετοχών είναι τυποποιημένο και αντιστοιχεί σε 100 μετοχές (π.χ., αν θέλουμε να δανείσουμε 630 μετοχές της Τιτάν, θα πάρουμε θέση σε 6 repos επί μετοχών, τις 30 επιπλέον μετοχές δεν μπορούμε να τις δανείσουμε).

Oι μετοχές που δανείζουμε στην ΕΤΕΣΕΠ δημιουργούν πιστωτικό περιθώριο ασφάλισης. Η ΕΤΕΣΕΠ αποδέχεται για δανεισμό όλες τις κοινές μετοχές της Κύριας Αγοράς του Χ.Α., πλην όσων βρίσκονται υπό επιτήρηση.

REVERSE REPO ΕΠΙ ΜΕΤOΧΩΝ (REVERSE STOCK REPO Ή STOCK BORROWING): Τις μετοχές που συγκεντρώνει η ΕΤΕΣΕΠ μέσω του «repo επί μετοχών» τις δανείζει σε άλλους επενδυτές μέσω του «reverse repo επί μετοχών». Επενδυτές δανείζονται μετοχές από την ΕΤΕΣΕΠ (σε πολλαπλάσιο των 100) για κάλυψη ανοικτών πωλήσεων (short selling) ή για να εκπληρώσουν τυχόν υποχρέωση φυσικής παράδοσης μετοχών. Από τον δανεισμό των μετοχών η ΕΤΕΣΕΠ λαμβάνει κάποιο έσοδο με τη μορφή τόκου, το οποίο διανέμει ως έσοδο στους επενδυτές, ανάλογα με τις μετοχές που παραχώρησαν.

Asset Μanagement

VIDEO Επιλεγμένο Video